Σελίδες

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Πέμπτη 29 Δεκεμβρίου 2016

Η ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΩΝ ΣΕΒΡΩΝ - ΚΑΙ Η ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΗΣ ΛΟΖΑΝΗΣ.


GREEK SURNAMES



Posted: 24 Nov 2016 11:01 AM PST


treaty_sevres_otoman_el

Η Συνθήκη των Σεβρών υπεγράφη στις 28 Ιουλίου/10 Αυγούστου 1920 στην πόλη Σεβρ (Sèvres) της Γαλλίας, φέρνοντας την ειρήνη ανάμεσα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και τις Συμμαχικές και σχετιζόμενες Δυνάμεις1 μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Εκ μέρους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας έγινε αποδεκτή από τον σουλτάνο Μεχμέτ ΣΤ΄ ο οποίος προσπαθούσε να σώσει τον θρόνο του, αλλά απορρίφθηκε από το ανεξάρτητο κίνημα των Νεότουρκων. Το κίνημα υπό την ηγεσία του Μουσταφά Κεμάλ χρησιμοποίησε αυτή τη διένεξη για να αυτοανακηρυχθεί κυβέρνηση και να καταργήσει το χαλιφάτο.

venizelos_signing_the_treaty_of_sevres

Ο Ε. Βενιζέλος υπογράφει την Συνθήκη των Σεβρών

Οι όροι

Η συνθήκη όριζε τα εξής: η Οθωμανική Αυτοκρατορία παρέδιδε την κυριαρχία της Μεσοποταμίας (Ιράκ), της Παλαιστίνης και της Υπεριορδανίας στην Βρετανία ως προτεκτοράτα της Κοινωνίας των Εθνών, την Συρία και τον Λίβανο στην Γαλλία επίσης ως προτεκτοράτα και η υπαγωγή της Ανατόλιας στη σφαίρα επιρροής της Ιταλίας.

Η Χετζάζ (μέρος της σημερινής Σαουδικής Αραβίας) το Κουρδιστάν και η Αρμενία θα γίνονταν ανεξάρτητα κράτη.

Ελληνική επέκταση

greece_in_the_treaty_of_sevres
 Ο χάρτης της Ελλάδoς σύμφωνα με τη συνθήκη των Σεβρών

Στην Ελλάδα παραχωρούνταν τα νησιά Ίμβρος και Τένεδος και η ανατολική Θράκη μέχρι τη γραμμή της Τσατάλτζας κοντά στην Κωνσταντινούπολη.

Η περιοχή της Σμύρνης έμενε υπό την ονομαστική επικυριαρχία του Σουλτάνου αλλά θα διοικούνταν από Έλληνα Αρμοστή ως εντολοδόχο των Συμμάχων, και θα μπορούσε να προσαρτήθει στην Ελλάδα μετά από πέντε χρόνια με δημοψήφισμα.

Το άρθρο 26 της Συνθήκης όριζε ακομα οτι αν οι οθωμανικές αρχές δεν συναινούσαν στην εφαρμογή της, θα εξέπιπταν από την κυριαρχία τους στην Κωνσταντινούπολη, την οποία θα μπορούσε να καταλάβει η Ελλάδα, κάτι το οποίο έντεχνα είχε προωθήσει ο Βενιζέλος.

Παράλληλα, η Βόρεια Ήπειρος ενσωματωνόταν στην Ελλάδα με το μυστικό Σύμφωνο Βενιζέλου – Τιττόνι.

Η Ιταλία συμφώνησε ακόμα να παραχωρήσει τα Δωδεκάνησα (εκτός από τη Ρόδο και το Καστελλόριζο) στην Ελλάδα, και όταν η Βρετανία έδινε στο μέλλον την Κύπρο στην Ελλάδα, τότε (μετά από δημοψήφισμα) θα παραχωρούταν και αυτά τα νησιά (η συμφωνία ακυρώθηκε αργότερα από την Ιταλία το 1922).

Τα στενά των Δαρδανελίων και η θάλασσα του Μαρμαρά αποστρατικοποιήθηκαν και έγιναν προσωρινά διεθνής περιοχή, οι Σύμμαχοι απέκτησαν τον οικονομικό έλεγχο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και τέλος καθορίζονταν η ισότητα και τα δικαιώματα των χριστιανικών μειονοτήτων.

Η επικύρωση της Συνθήκης δεν έγινε από κανένα συμμαχικό κοινοβούλιο (ούτε από το ελληνικό), καθώς μετά την επαναφορά του Κωνσταντίνου στον ελληνικό θρόνο, διαταράχθηκαν οι σχέσεις με τις συμμαχικές δυνάμεις, οι οποίες ποτέ δεν τον αναγνώρισαν ως αρχηγό του ελληνικού κράτους.[1]

Η Σοβιετική Ένωση έκανε ξεχωριστή συνθήκη με τους Οθωμανούς. Μετά την επικράτηση των Νεότουρκων, που μετέφεραν την πρωτεύουσα στην Άγκυρα, καθώς και την Μικρασιατική Καταστροφή, οι σύμμαχοι υπέγραψαν νέα συνθήκη ειρήνης (Συνθήκη της Λωζάνης) το 1923, με ευνοϊκότερους όρους για την (πλέον) Τουρκία.

https://el.wikipedia.or

======================================================= 

 

Συνθήκη της Λωζάνης

ΑΝΑΜΕΤΑΔΟΣΗ

 ΠΗΓΗ:

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια


Η τούρκικη αντιπροσωπεία στο συνέδριο της Λωζάνης
Η Συνθήκη της Λωζάνης ήταν συνθήκη ειρήνης που έθεσε τα όρια της σύγχρονης Τουρκίας. Υπογράφηκε στη Λωζάνη της Ελβετίας στις 24 Ιουλίου 1923 από την Ελλάδα, την Τουρκία και τις άλλες χώρες που πολέμησαν στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και την Μικρασιατική εκστρατεία (1919-1922) και συμμετείχαν στην Συνθήκη των Σεβρών συμπεριλαμβανομένης και της ΕΣΣΔ (που δεν συμμετείχε στην προηγούμενη συνθήκη).

Πίνακας περιεχομένων


Ιστορικό

Κατάργησε την Συνθήκη των Σεβρών που δεν είχε γίνει αποδεκτή από την νέα κυβέρνηση της Τουρκίας που διαδέχθηκε τον Σουλτάνο της Κωνσταντινούπολης. Μετά την εκδίωξη από την Μικρά Ασία του Ελληνικού στρατού από τον Τουρκικό υπό την ηγεσία του Μουσταφά Κεμάλ , εμφανίστηκε η ανάγκη για αναπροσαρμογή της συνθήκης των Σεβρών. Στις 20 Οκτωβρίου 1922 ξεκίνησε το συνέδριο που διακόπηκε μετά από έντονες διαμάχες στις 4 Φεβρουαρίου 1923 για να ξαναρχίσει στις 23 Απριλίου. Το τελικό κείμενο υπογράφηκε στις 24 Ιουλίου μετά από 7,5 μήνες διαβουλεύσεων.
Η Τουρκία ανέκτησε την Ανατολική Θράκη, κάποια νησιά του Αιγαίου, συγκεκριμένα την Ίμβρο και την Τένεδο, μια λωρίδα γης κατά μήκος των συνόρων με την Συρία, την περιοχή της Σμύρνης και της Διεθνοποιημένης Ζώνης των Στενών η οποία όμως θα έμενε αποστρατικοποιημένη και αντικείμενο νέας διεθνούς διάσκεψης. Παραχώρησε τα Δωδεκάνησα στην Ιταλία, όπως προέβλεπε και η συνθήκη των Σεβρών, αλλά χωρίς πρόβλεψη για δυνατότητα αυτοδιάθεσης. Ανέκτησε πλήρη κυριαρχικά δικαιώματα σε όλη της την επικράτεια και απέκτησε δικαιώματα στρατιωτικών εγκαταστάσεων σε όλη την επικράτειά της εκτός της ζώνης των στενών.
Η Ελλάδα υποχρεώθηκε να πληρώσει σε είδος (ελλείψει χρημάτων) τις πολεμικές επανορθώσεις. Η αποπληρωμή έγινε με επέκταση των τουρκικών εδαφών της Ανατολικής Θράκης πέρα από τα όρια της συμφωνίας. Τα νησιά Ίμβρος και Τένεδος παραχωρήθηκαν στην Τουρκία με τον όρο ότι θα διοικούνταν με ευνοϊκούς όρους για τους Έλληνες. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης έχασε την ιδιότητα του Εθνάρχη και το Πατριαρχείο τέθηκε υπό ειδικό διεθνές νομικό καθεστώς.
Σε αντάλλαγμα, η Τουρκία παραιτήθηκε από όλες τις διεκδικήσεις για τις παλιές περιοχές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας εκτός των συνόρων της και εγγυήθηκε τα δικαιώματα των μειονοτήτων στην Τουρκία. Με ξεχωριστή συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας αποφασίστηκε η υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών από τις δύο χώρες και η αποστρατικοποίηση κάποιων νησιών του Αιγαίου.
Η ανταλλαγή μειονοτήτων που πραγματοποιήθηκε προκάλεσε μεγάλες μετακινήσεις πληθυσμών. Μετακινήθηκαν από τη Μικρά Ασία και την Ανατολική Θράκη στην Ελλάδα 1.650.000 Τούρκοι υπήκοοι (άλλοι κάνουν λόγο για περίπου 2.000.000), χριστιανικού θρησκεύματος και από την Ελλάδα στην Τουρκία 670.000 Έλληνες υπήκοοι, μουσουλμανικού θρησκεύματος[1]. Η θρησκεία και όχι η εθνικότητα αποτέλεσε το βασικό κριτήριο για την ανταλλαγή [2]. Σύμφωνα με το άρθρο 2β της συνθήκης χρησιμοποιήθηκε ο όρος Μουσουλμάνοι και όχι Τούρκοι. Αυτό οφείλεται στο ότι κατά την οθωμανική αυτοκρατορία η θρησκεία μετρούσε πολύ περισσότερο από ότι η εθνικότητα και από την άλλη πλευρά η Τουρκία ήθελε όλοι οι μουσουλμάνοι της Δυτικής Θράκης να παραμείνουν. Στα Βαλκάνια χρησιμοποιείται ο όρος Τούρκος αρκετές φορές ως συνώνυμο με τον μουσουλμάνο επειδή στο σύστημα των Οθωμανικών μιλέτ (ήταν κύριο στοιχείο στην διοίκηση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας) όλοι οι μουσουλμάνοι ανήκαν σε μια ενιαία κοινότητα.[3]
Μεταξύ των ανταλλάξιμων περιελαμβάνονταν επίσης οι Έλληνες του Πόντου, αλλά και τουρκόφωνοι Έλληνες, όπως τουρκόφωνοι Πόντιοι και Καραμανλήδες, καθώς και ελληνόφωνοι μουσουλμάνοι, όπως οι Βαλαάδες της Δυτικής Μακεδονίας[4]. Μαζί με τους Έλληνες, πέρασε στην Ελλάδα και αριθμός Αρμενίων και Συροχαλδαίων. Εξαιρέθηκαν από την ανταλλαγή οι Έλληνες κάτοικοι της νομαρχίας της Κωνσταντινούπολης (οι 125.000 μόνιμοι κάτοικοι της Κωνσταντινούπολης, των Πριγκηπονήσων και των περιχώρων, οι οποίοι ήταν εγκατεστημένοι πριν από τις 30 Οκτωβρίου 1918) και οι κάτοικοι της Ίμβρου και της Τενέδου (6.000 κάτοικοι), ενώ στην Ελλάδα παρέμειναν 110.000 Μουσουλμάνοι της Δυτικής Θράκης2[5].
Επιπλέον, βάσει του άρθρου 23, με όλα τα δεινά που η Συνθήκη αυτή συσσώρευσε στον Μικρασιατικό Ελληνισμό, η Τουρκία απεμπόλησε πλήρως τα κυριαρχικά της δικαιώματα επί της Κύπρου.[6]

Παραπομπές






  • Συνθήκη της Λωζάνης, τμήμα VI, άρθρο 1

  • «Turks». The Encyclopedia of Islam. 10. Brill, σσ. 699.

  • Renée Hirschon (editor) (2003). Studies in forced migration, Vol. 12 / Crossing the Aegean: an appraisal of the 1923 compulsory population exchange between Greece and Turkey. Berghahn Books, σελ. 98. ISBN 978-1-57181-562-0.

  • Βλάσης Αγτζίδης. «Οι εξισλαμισμένοι Έλληνες στη σημερινή Τουρκία». Hellenic Resources Network. Ανακτήθηκε στις 5 Μαΐου 2011.

  • Συνθήκη της Λωζάνης, τμήμα VI, άρθρο 2


    1. Καρεκλάς, Ιάκωβος (2014). Διεθνές Δίκαιο: Με έμφαση στο Δίκαιο του Πολέμου. Αθήνα: Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 152. ISBN 978-960-562-266-4.

    Πηγές

    • Γρηγόριος Δαφνής, Η Ελλάς μεταξύ δύο πολέμων 1923-1940, τόμος πρώτος,εκδ.Κάκτος, Αθήνα, 1997

    Βιβλιογραφία

    • Renée Hirschon (editor) (2003). Studies in forced migration, Vol. 12 / Crossing the Aegean: an appraisal of the 1923 compulsory population exchange between Greece and Turkey. Berghahn Books. ISBN 978-1-57181-562-0.

    Εξωτερικοί σύνδεσμοι

    Commons logo
    Τα Wikimedia Commons έχουν πολυμέσα σχετικά με το θέμα
    Wikisource logo
    Στη Βικιθήκη υπάρχει υλικό που έχει σχέση με το θέμα:

    ======================================================== 

     

    ΑΠΟΨΕΙΣ & ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΓΝΩΜΕΣ

    Γιατί η Ιστορία γράφεται απο τους Ανθρώπους

    Η ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΤΩΝ ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΤΟ 1947

    Της Φωτεινής Τομαή-Κωνσταντοπούλου Ιστορικού, Προϊσταμένης της Υπηρεσίας Διπλωματικού & Ιστορικού Αρχείου του Υπουργείου των Εξωτερικών
      
    fRAhB 

    Με τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και τη νίκη των Συμμάχων σε βάρος των δυνάμεων του άξονα, η μικρή Ελλάδα με τη μεγαλειώδη αντίσταση, που έκανε το πρόσωπο-σύμβολο της νίκης Winston Churchill ν’ αναφωνήσει τη μνημειώδη φράση «πολέμησαν ως ήρωες, πολέμησαν ως Έλληνες!», μετρούσε απώλειες παντός είδους: σε άμαχο πληθυσμό, σε νεκρούς στα μέτωπα, σε φυσικό πλούτο και εγκαταστάσεις κοινής ωφέλειας.

    Μόνη ελπίδα από τη μοιρασιά της λείας του πολέμου δεν φαινόταν άλλη -όπως και έγινε- από την εκπλήρωση του αιώνιου πόθου των Δωδεκανησίων για την Ένωση των νήσων τους με τη Μητέρα Ελλάδα.

    Η ιταλική ανακωχή του 1943, η παράδοση των νησιών από τους Γερμανούς στα συμμαχικά στρατεύματα στις 8 Μαΐου 1945, η απόφαση των νικητών του Πολέμου να αποδοθούν τα Δωδεκάνησα στην Ελλάδα, η αγγλική στρατιωτική κατοχή μέχρι την 31η Μαρτίου 1947 και η υπογραφή στις 10 Φεβρουαρίου 1947 στο Παρίσι της Συνθήκης Ειρήνης μεταξύ των Συμμάχων και συνασπισμένων δυνάμεων (μεταξύ αυτών και της Ελλάδας), και της Ιταλίας από την άλλη, αποτέλεσαν μία αλυσίδα γεγονότων που κατέληξαν στο αίσιο για τη Δωδεκάνησο τέρμα, της επανενσωμάτωσής τους στην Ελλάδα με το Ν.518/9.1.1948 που ψήφισε η Βουλή των Ελλήνων με συμβολική ημερομηνία έναρξης ισχύος την 28η Οκτωβρίου 1947. Και η 7η Μαρτίου ορίσθηκε πλέον ως ημέρα του πανηγυρικού εορτασμού της Ενσωμάτωσης. Με το παράδοξο όνομα Δωδεκάνησος, αφού ουσιαστικά πρόκειται για σύμπλεγμα δεκατεσσάρων μεγάλων νησιών (αναφερόμαστε στη Ρόδο, την Αστυπάλαια, την Κάλυμνο, την Κάρπαθο, την Κάσο, την Κω, τη Λέρο, τη Νίσυρο, την Πάτμο, τη Σύμη, την Τήλο, τη Χάλκη, το Καστελόριζο και τους Λειψούς), καθώς και πολυάριθμες αραιοκατοικημένες ή ακατοίκητες νησίδες και βραχονησίδες στο νοτιοανατολικό Αιγαίο, με επιφάνεια 2.681 τ.χ. και πληθυσμό 163.476 κατοίκους σύμφωνα με την απογραφή του 1991.
    Πίσω στην Ιστορία

    Οι αρχαίοι Έλληνες ονόμαζαν τα νησιά Σποράδες, καθώς φαίνονται άτακτα σπαρμένα κατά μήκος της μικρασιατικής ακτής, σε αντίθεση με τις Κυκλάδες, που μοιάζουν να σχηματίζουν κύκλο γύρω από το ιερό νησί της Δήλου. Η Δωδεκάνησος με την εξαιρετική της θέση στην ανατολική Μεσόγειο δεσπόζει στις θαλάσσιες οδούς ανάμεσα στην Ευρώπη, τον Εύξεινο Πόντο, τη Συρία και την Αίγυπτο. Το κλίμα της, το ωραιότερο της Μεσογείου και τις φυσικές τους καλλονές ύμνησαν Έλληνες και Λατίνοι συγγραφείς και ποιητές. Οι αρχές της δωδεκανησιακής ιστορίας χάνονται μέσα στο ημίφως της προϊστορίας και της μυθολογίας. Οι αρχαίοι μύθοι θέλουν τη Ρόδο να αναδύεται από τους βυθούς του Αιγαίου για να γίνει δώρο στον Απόλλωνα. Πρώιμοι κάτοικοι της Ρόδου και των άλλων νησιών αναφέρονται οι μυθικοί Τελχίνες, οι Κάρες, οι Φοίνικες, οι Αχαιοί, και άλλοι κατά τη νεολιθική, μινωική και μυκηναϊκή περίοδο. Ο Όμηρος αναφέρει τη συμμετοχή των νησιών στην πανελλήνια τρωική εκστρατεία. Η άλωση της Τροίας, πλήττοντας το εμπόριο και τις πειρατικές κινήσεις των Λυκίων, έδωσε τη θαλασσοκρατορία στη Ρόδο. Αργότερα Δωριείς άποικοι εγκαθίστανται στα νησιά και επιβάλλουν τη γλώσσα τους. Η θαλασσοκρατορία των Ροδίων συντελεί στην αύξηση και ευημερία του πληθυσμού και την ίδρυση ανθηρότατων αποικιών στη δυτική Μεσόγειο. Το πλήθος των αρχαιολογικών ευρημάτων αυτής της εποχής στα νησιά, μαρτυρούν την οικονομική και πολιτιστική ανάπτυξη της νησιωτικής περιοχής, που αποτέλεσε (ιδιαίτερα η Ρόδος) μεγάλο εμπορικό και ναυτικό κέντρο και εστία ελληνικού πολιτισμού. Λίγο πριν από τους περσικούς πολέμους τα νησιά του νοτιοανατολικού Αιγαίου κατελήφθησαν από τους Πέρσες. Μετά τη νίκη των Ελλήνων στη Σαλαμίνα ο αθηναϊκός στόλος ελευθέρωσε όλα τα νησιά, που έγιναν στη συνέχεια μέλη της Α’ Αθηναϊκής Συμμαχίας. Γύρω στα 480 π.Χ. η Κάμειρος, η Ιαλυσός και η Λίνδος της Ρόδου, η Κως και μικρασιατικές δωρικές πόλεις της Κνίδου και της Αλικαρνασσού σχημάτισαν πολιτική ομοσπονδία, τη Δωρική Εξάπολη.

    Το 480 π.Χ. οι τρεις παλιές πόλεις της νήσου, η Λίνδος, η Ιαλυσός και η Κάμιρος συνενώθηκαν σε ένα νέο συνοικισμό που από τότε αποτελεί το ένδοξο άστυ της Ρόδου. Η πόλη, κτισμένη αμφιθεατρικά γύρω από τα πέντε λιμάνια της, δίκαια ονομάσθηκε, για την λαμπρότητα των κτηρίων και των μνημείων της, πόλη του Θεού Ήλιου. Στα Ελληνιστικά χρόνια η Ρόδος βρίσκεται στον Κολοφώνα της ακμής της. Οι Ρόδιοι, με την προσφιλή τους πολιτική της ουδετερότητας στη διαμάχη μεταξύ των διαδόχων του Μεγάλου Αλεξάνδρου, προκαλούν την οργή του ισχυρού Αντιγόνου και ο γιος του, ο περίφημος Δημήτριος ο Πολιορκητής, πολιορκεί τη Ρόδο το 305-304 π. Χ. χωρίς να πετύχει την κατάληψη της. Σε ανάμνηση της ηρωικής τους άμυνας οι Ρόδιοι έστησαν τον περίφημο Κολοσσό, τεράστιο άγαλμα του θεού Ήλιου και ένα από τα επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου, που έπεσε στον καταστρεπτικό για τη Ρόδο και τα γύρω νησιά σεισμό του 227 π.Χ. Όταν η Ρώμη υπέταξε τις ελληνικές χώρες, κυριάρχησε και στα νησιά του νοτιοανατολικού Αιγαίου εκτός από τη Ρόδο. Και παρά τη Συμμαχία ανάμεσα στη Ρόδο και στη Ρώμη, διάφοροι Ρωμαίοι στρατηγοί, κατά καιρούς, την παραβίασαν και λεηλάτησαν τα πλούτη της Ρόδου. Ο Μάρκος Αντώνιος αποκατέστησε την ελευθερία της Ρόδου που απέκτησε και πάλι την παλιά της ακμή και έγινε ξανά κέντρο των επιστημών, των γραμμάτων και των τεχνών. Η Δωδεκάνησος κατέχει εξέχουσα θέση στην ιστορία του ελληνικού πολιτισμού. Από την Ρόδο κατάγονται ο Κλεόβουλος, ένας από τους επτά σοφούς της αρχαίας Ελλάδας, οι ποιητές Πείσανδρος, Τιμοκρέων, Απολλώνιος, Ανταγόρας, οι γραμματικοί Καλλίξενος, Ευαγόρας, Τιμαχίδας, οι ιστορικοί Διονύσιος, Ζήνων, οι φιλόσοφοι Παναίτιος, Εκάτων, Ανδρόνικος, οι γεωγράφοι Εύδοξος και Τιμοσθένης και άλλοι πολλοί. Παράλληλα, διάσημοι πνευματικοί άνθρωποι του αρχαίου κόσμου, φιλόσοφοι, φιλόλογοι, ρήτορες,αστρονόμοι δίδαξαν στις ξακουστές σχολές της Ρόδου, ιδιαίτερα στη ρητορική σχολή που ίδρυσε ο εξόριστος στη Ρόδο Αθηναίος ρήτορας Αισχίνης και άκμασε στους ελληνιστικούς και τους ρωμαϊκούς χρόνους. Η πόλη Κως, από τις ωραιότερες παράλιες πόλεις του ελληνορωμαϊκού κόσμου, είναι η πατρίδα του πατέρα της ιατρικής Ιπποκράτη, του ποιητή Φιλητά, του κωμωδιογράφου Επίχαρμου και άλλων. Από τη Λέρο κατάγεται ο Φερεκύδης, ο πρώτος Έλληνας λογογράφος, και στην Τήλο γεννήθηκε η ποιήτρια Ήριννα, σύγχρονη της Σαπφούς, που οι στίχοι θεωρήθηκαν ισότιμοι με τους στίχους του Ομήρου. Εξ ίσου σημαντική υπήρξε και η ανάπτυξη των τεχνών. Από τους Ροδίους ξεχωρίζει ο Χάρης ο Λίνδιος, ο δημιουργός του Κολοσσού, και οι Πολύδωρος και Αθηνόδωρος, δημιουργοί του περίφημου συμπλέγματος του Λαοκόοντος. Η Ρόδος, τέλος, ανέδειξε ονομαστούς αθλητές ολυμπιονίκες, όπως ο Διαγόρας, οι γιοι του Δαμάγητος, Ακουσίλαος και Δωριεύς και οι εγγονοί του Ευκλής και Πεισίροδος. 

    Οι Ρόδιοι, κατ’ εξοχήν ναυτικός λαός, κατάρτισαν ιδιαίτερο ναυτικό και εμπορικό δίκαιο, γνωστόως «Νόμος Ροδίων Ναυτικός», για τον οποίο ο αυτοκράτορας Αντωνίνος είπε: «Εγώ μεν του κόσμου κύριος, ο δε Ρόδιος νόμος της θαλάσσης». Στην αυγή του Χριστιανισμού Ήδη από τον Ιο μ.Χ. αιώνα ο Χριστιανισμός διαδίδεται στη Δωδεκάνησο. Στην Πάτμο ο εξόριστος Ευαγγελιστής Ιωάννης γράφει την «Αποκάλυψη» του. Ο Απόστολος Παύλος περνώντας από την Κω και τη Λίνδο της Ρόδου διδάσκει τη νέα θρησκεία της αγάπης. Στα επόμενα χρόνια τα νησιά της Δωδεκανήσου αποτελούν τμήμα βυζαντινής αυτοκρατορίας και συμβάλλουν σημαντικά στην αύξηση της ναυτικής της δύναμης.

    Οι Ενετοί
    Τα νησιά του νοτιοανατολικού Αιγαίου εξ αιτίας της γεωγραφικής θέσης τους, στο σταυροδρόμι τριών ηπείρων, εκεί όπου συναντήθηκαν και συγκρούστηκαν λαοί και πολιτισμοί, δέχτηκαν τις καταστροφικές επιδρομές πρώτα των Περσών και στη συνέχεια των Αράβων, των Σελτζούκων Τούρκων και των Σταυροφόρων της Δύσης. Μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους (1204) η Ρόδος και τα γειτονικά της νησιά κυβερνώνται, ως ανεξάρτητη Ηγεμονία, από τον Έλληνα ευγενή Λέοντα Γαβαλά που έλαβε τον τίτλο του Καίσαρα και Αυθέντη των Κυκλάδων. Την Αστυπάλαια κυβέρνησε από το 1207 ο ενετικός οίκος των Κουερίνι. Βενετοί κατέλαβαν και την Πάτμο. Στα 1306 τα νησιά Κάρπαθος και Κάσος κατελήφθησαν από τον κρητικό ευπατρίδη Ανδρέα Κορνάρο, ενώ στα 1309 οι Ιππότες του Αγίου Ιωάννου κατέλαβαν τη Ρόδο και λίγο αργότερα τα νησιά Χάλκη, Σύμη, Τήλο, Κω, Λέρο και Κάλυμνο. Οι Ιππότες ήταν χωρισμένοι σε εθνότητες που η κάθε μία μιλούσε τη δική της γλώσσα: Προβηγκίας, Ωβέρνης, Γαλλίας, Ιταλίας, Αραγώνας, Αγγλίας και Γερμανίας (αργότερα και της Καστίλλης). Κατά τη διάρκεια της κατοχής της Ρόδου από τους Ιππότες, υπάρχει άνθιση των γραμμάτων και των τεχνών, όπως σε όλες της μη τουρκοκρατούμενες ελληνικές περιοχές.

    Οι Οθωμανοί
    Κατά το έτος 1480 ο Σουλτάνος Μωάμεθ ο Πορθητής δοκίμασε να καταλάβει με το στόλο του τη Δωδεκάνησο. Οι Ιππότες, με τη βοήθεια του ομόθρησκου ελληνικού πληθυσμού, κατόρθωσαν να αποκρούσουν τους Τούρκους. Όμως, το 1522 ο Σουλτάνος Σουλεϊμάν ο Α’ ο Μεγαλοπρεπής πολιόρκησε και πάλι τη Ρόδο, που παραδόθηκε μετά από ηρωική αντίσταση, την 1η Ιανουαρίου 1523, ενώ την τύχη της είχε μετά από ένα χρόνο και η Κως. Από δε το 1537 όλα τα νησιά του νοτιοανατολικού Αιγαίου αποτελούν πλέον τμήμα της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Στον Αγώνα της Εθνικής Παλιγγενεσίας το 1821, η Δωδεκάνησος βρέθηκε αλληλέγγυα στο μαχόμενο Έθνος. Η Κως υπέστη τις σφαγές των Οθωμανών, ενώ η Κάσος που με τον στόλο της πρόσφερε σημαντικότατες υπηρεσίες στον Αγώνα, καταστράφηκε ολοσχερώς μετά από ηρωική άμυνα, τον Μάιο του 1824. Τα περισσότερα από τα προνομιούχα νησιά, αρχικά τμήμα του πρώτου ελληνικού κράτους, με κυβερνήτη τον Ιωάννη Καποδίστρια, ξαναδόθηκαν στην Τουρκία με το Πρωτόκολλο του Λονδίνου το 1830, με το οποίο ιδρύθηκε το νεοελληνικό κράτος. Την άνοιξη του 1912 η Ιταλία, που πολεμούσε με την Τουρκία για την Κυρηναϊκή, κατέλαβε τα νησιά για να πιέσει τους Τούρκους να υποχωρήσουν, δημιουργώντας στον ελληνικό πληθυσμό των νησιών την ψευδαίσθηση της επικείμενης απελευθέρωσης του, με υποσχέσεις για Αυτονομία και Αυτοδιοίκηση.
    Η Ιταλοκρατία
    Με την κήρυξη του Α’ Βαλκανικού Πολέμου, τον Οκτώβρη του 1912, η Ιταλία, υπαναχώρησε από την αρχική της θέση και υπέγραψε Συνθήκη Ειρήνης με την Τουρκία, σύμφωνα με την οποία η Ιταλία θα έπαιρνε τη Λιβύη και η Τουρκία θα επανακτούσε τη Δωδεκάνησο. Η Ιταλία, όμως,εξακολούθησε να παραμένει στα νησιά με πρόσχημα την πλήρη εφαρμογή από την Τουρκία των όρων της Συνθήκης. Με τη λήξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου η Ελλάδα ζήτησε επίσημα τη Δωδεκάνησο από την Ιταλία, επικαλούμενη λόγους εθνικοϊστορικούς. Η Ιταλία, εκμεταλλευόμενη τη Μικρασιατική Καταστροφή, πέτυχε την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάνης στις 24.7.1923, με την οποία η Τουρκία παραιτήθηκε επισήμως των δικαιωμάτων της στη Δωδεκάνησο που έγινε πλέον ιταλική κτήση με ειδική νομοθετική αυτονομία. Τα Δωδεκάνησα ονομάστηκαν «Ιταλικά νησιά του Αιγαίου» και υπέστησαν τη σκληρότερη ίσως πολιτική που επέβαλε ποτέ η Ιταλία σε κυριαρχούμενη από αυτή ξένη κτήση. Με μία σειρά αλλεπάλληλων διαταγμάτων, τη δήμευση περιουσιών, την ίδρυση Καθολικής Αρχιεπισκοπής, τον έλεγχο της εκπαίδευσης, την επιβολή της ιταλικής ιθαγένειας καθώς και μία σειρά κατασταλτικών μέτρων που οδήγησαν ακόμα και σε αιματηρές συγκρούσεις με τον δωδεκανησιακό λαό, τόσο ο πρώτος όσο και ο δεύτερος Ιταλός κυβερνήτης, ο Mario Lago και ο Duce De Vecchi αντίστοιχα που τον διαδέχθηκε το 1936, κυβέρνησαν με στρατιωτικό νόμο και ιδιαίτερα σκληρά μέτρα. Σε γενικές γραμμές μπορούμε να πούμε ότι, κατά την περίοδο που κατείχαν τη Δωδεκάνησο, οι Ιταλοί εργάστηκαν μεθοδικά για τον αφελληνισμό του ντόπιου πληθυσμού με την ιταλοποίηση της Παιδείας, έπληξαν την Ορθόδοξη Εκκλησία, χτύπησαν τη γεωργία, εμπόδισαν την ανάπτυξη της αλιείας, δεν βοήθησαν την ανάπτυξη βιομηχανίας, ούτε για την επεξεργασία γεωργικών προϊόντων, εγκατέλειψαν τα χωριά σε μεσαιωνικές συνθήκες υγιεινής, πήραν τα πλουσιότερα χωράφια από τις ελληνικές κοινότητες και τα έδωσαν σε ιταλούς εποίκους υπό μορφή δύο μεγάλων γεωργικών συνεταιρισμών, και προσπάθησαν να απομακρύνουν τους Έλληνες κατοίκους των νησιών από τη διοίκηση του τόπου τους. Δηλαδή με χαρακτηριστικά έργα βιτρίνας προσπάθησαν να επιβάλλουν έναν ιταλικό χαρακτήρα στα νησιά, αδιαφορώντας για την υποδομή και την ουσιαστική ανάπτυξη τους. Για να χρησιμοποιήσουμε τα λόγια του Ταξίαρχου Χ. Τσιγάντε, αρχηγού της Ελληνικής Στρατιωτικής Αποστολής Δωδεκανήσου και ιδρυτή του Ιερού Λόχου που απελευθέρωσε τα Δωδεκάνησα το 1944-45: «έχτισαν άχρηστα παλάτια οι Ιταλοί και υπόγειες αποθήκες και πυροβολεία και η Ρόδος δεν έχει λιμάνι. Και μες στην πόλη τα ελληνόπουλα κάνουν μάθημα ξυπόλητα στον νάρθηκα των Αγίων Αναργύρων». Το αποτέλεσμα ήταν δεκάδες χιλιάδες Δωδεκανησίων να πάρουν το δρόμο της εξορίας και να εγκατασταθούν στην Αυστραλία, την Αίγυπτο, την ελεύθερη Ελλάδα, τις Η.Π.Α, τη Νότια Αμερική, την Αιθιοπία και αλλού.
    Η Τουρκία
    Η Τουρκία, παρά την παραίτηση της από τη Δωδεκάνησο με τη Συνθήκη της Λωζάνης, δεν βγήκε ποτέ οριστικά από το παιχνίδι. Το γεγονός ότι «δεν υπήρχαν τουρκικά ίχνη στα νησιά παρά τους αιώνες τουρκικής κατοχής» δεν εμπόδισε τους Τούρκους. Αιτία η στρατηγική θέση της Δωδεκανήσου και η εγγύτητα της στις μικρασιατικές ακτές. Η αρχή έγινε με τη διατύπωση αμφισβητήσεων για τα ακριβή όρια ανάμεσα στην ιταλοκρατούμενη Δωδεκάνησο και την τουρκική επικράτεια. Στις 4.1.1932 υπογράφηκε στην Αγκυρα ιταλοτουρκική σύμβαση που οριοθετούσε ορισμένα σημεία στη θαλάσσια περιοχή του Καστελόριζου. Τα δύο μέρη αντήλλαξαν επιστολές, δια των οποίων ανέλαβαν την υποχρέωση να καθορίσουν και το υπόλοιπο τμήμα των ιταλοτουρκικών θαλασσίων συνόρων στην περιοχή της Δωδεκανήσου. Ο καθορισμός επισημοποιήθηκε με το πρακτικό που υπογράφηκε στην Αγκυρα την 28.12.1932. Με τη συμφωνία αυτή προσδιορίστηκε πού ανήκουν όλα τα νησαία εδάφη της περιοχής, τα οποία «ουδεμίας αμφισβητήσεως αποτελούν αντικείμενον». Αφορμή για καινούρια εμπλοκή της Τουρκίας ήταν ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος που ώθησε την Αγγλία και τη Γαλλία να ζητήσουν τη βοήθεια της. Οι διαπραγματεύσεις οδήγησαν στην υπογραφή της Συνθήκης αμοιβαίας βοήθειας Γαλλίας-Αγγλίας-Τουρκίας στις 19/10/1939. Η Συνθήκη αυτή προέβλεπε ότι η Τουρκία θα έδινε κάθε δυνατή βοήθεια στους εταίρους της σε περίπτωση επιθετικής ενέργειας μίας ευρωπαϊκής δύναμης που θα οδηγούσε σε πόλεμο στη Μεσόγειο. Θα βοηθούσε επίσης τους εταίρους της αν αυτοί εμπλέκονταν σε πόλεμο εξαιτίας των εγγυήσεων που έδωσαν στην Ελλάδα και τη Ρουμανία τον Απρίλιο του 1939. Οι Αγγλογάλλοι με τη σειρά τους θα βοηθούσαν την Τουρκία αν έπεφτε θύμα επιθετικής ενέργειας εκ μέρους ευρωπαϊκού κράτους, ή αν εμπλεκόταν στον πόλεμο εξαιτίας των υποχρεώσεων που απέρρεαν από το Βαλκανικό Σύμφωνο.

    Στη Συνθήκη αυτή υπήρχε συνημμένη στρατιωτική σύμβαση, της οποίας το άρθρο 3 προέβλεπε ότι σε ενδεχόμενη επιχείρηση κατάληψης της Δωδεκανήσου, θα χρησιμοποιούνταν τουρκικές κυρίως δυνάμεις σε συνεργασία με όσες βρετανικές θα υπήρχαν διαθέσιμες εκείνη τη στιγμή. Αυτό ήταν το συμμαχικό δόλωμα για να κερδίσουν τη συμμετοχή της Τουρκίας στον πόλεμο και στο πλευρό τους. Οι Τούρκοι όμως δεν ήταν διατεθειμένοι να σπάσουν το βολικότατο καθεστώς της ουδετερότητας. Μάλιστα μετά την υπογραφή της Συμφωνίας αυτής φρόντισαν να μην της δώσουν μεγάλη δημοσιότητα, αποφεύγοντας ταυτόχρονα οποιαδήποτε κριτική στη γερμανική πολιτική. Έτσι ήλπιζαν να καθησυχάσουν και τις ανησυχίες αυτής της πλευράς. Παρ’ όλα αυτά άρπαξαν την ευκαιρία στο πλαίσιο των συνεχών διαπραγματεύσεων τους με τους συμμάχους να τονίσουν το ενδιαφέρον τους για τη Δωδεκάνησο, τη βουλγαρική Θράκη και την Αλβανία εντός της σφαίρας επιρροής της Τουρκίας. Το θέμα έμεινε στάσιμο τότε, γιατί η Τουρκία δεν βοήθησε τελικά την Ελλάδα στον πόλεμο.

    Το διπλωματικό παρασκήνιο
    Η μελέτη των αρχείων δείχνει καθαρά ότι η Δωδεκάνησος βρισκόταν εν μέσω γενικού παζαρέματος. Είναι χαρακτηριστικό ότι, ενώ στο διπλωματικό επίπεδο, το φθινόπωρο του 1945 το Συμβούλιο των υπουργών Εξωτερικών στο Λονδίνο αναγνώριζε ότι η Δωδεκάνησος έπρεπε να δοθεί στην Ελλάδα, έως τον Ιούνιο του επόμενου έτους οι Βρετανοί, συμφωνώντας με την αμερικανική πρόταση, παζάρευαν το Καστελόριζο και συζητούσαν να δοθεί στην Τουρκία ενώ δεν υπήρχε, επίσημα τουλάχιστον, κανένα τουρκικό αίτημα. Ξαφνικά άρχισαν να κυκλοφορούν φήμες ότι τα Δωδεκάνησα θα συνδυαστούν με την τύχη των Στενών. Την άλλη μέρα η Ε.Σ.Σ.Δ συγκατατέθηκε σε μια αιφνίδια μεταστροφή της στην επίλυση του Δωδεκανησιακού, καταπλήσσοντας τους πάντες. Πιθανότατα η Ε.Σ.Σ.Δ έχασε τις ελπίδες της να κερδίσει κάτι από τη νομή των ιταλικών αποικιών, ή τις στρατιωτικές βάσεις στο Αιγαίο που τόσο πολύ επιθυμούσε, και αποφάσισε να υποστηρίξει αυτό που έως πριν θεωρούσε ως αντιδραστικό και σωβινιστικό αίτημα της Ελλάδας (στα εθνικά αιτήματα της χώρας εντασσόταν και η επαναχάραξη της ελληνοβουλγαρικής μεθορίου, κάτι που ήταν οδυνηρό για τη Σοβιετική Ένωση και τις σχέσεις της με το εγκαταστημένο πια στην εξουσία φίλο, κομμουνιστικό κόμμα της Βουλγαρίας). Συναινώντας άλλωστε στην παραχώρηση της Δωδεκανήσου διευκόλυνε πολιτικά τη θέση του ΚΚΕ απέναντι στον ελληνικό λαό.

    Αντίθετα, πάντως, με την τακτική της Σοβιετικής Ένωσης, ο ρόλος των Βρετανών αποδείχτηκε τελικά, παρά τη διφορούμενη στάση τους, πολύ χρησιμότερος για τα ελληνικά συμφέροντα. Πρέπει να επισημάνομε ότι η διφορούμενη στάση των Βρετανών δεν παρεξηγήθηκε μόνον από τους Έλληνες αλλά και από τους Ιταλούς της Δωδεκανήσου, οι οποίοι νόμιζαν ότι είχαν κερδίσει τη συμπάθεια και το ενδιαφέρον της βρετανικής κυβέρνησης. Έφτασαν μάλιστα στο σημείο να σκεφθούν οι Ιταλοί ότι η Βρετανία ετοιμάζει ένα ιδιόμορφο, και πάντως ελεγχόμενο από αυτούς, καθεστώς για τη Δωδεκάνησο. Η έρευνα όμως του αρχειακού υλικού των βρετανικών αρχείων αποκαλύπτει ότι στην πραγματικότητα οι Βρετανοί δεν είχαν καμία επιφύλαξη για την ενσωμάτωση της Δωδεκανήσου στην Ελλάδα. Εκτός από την αναμφισβήτητη ελληνικότητα των νησιών, ένας λόγος παραπάνω ήταν ότι τα άλλα εδαφικά αιτήματα της Ελλάδας ήταν πιο δύσκολο να πραγματωθούν και η ελληνική κυβέρνηση είχε ανάγκη μιας επιτυχίας για να αποκτήσει ένα πλεονέκτημα στον αγώνα της με την Αριστερά. Η αλήθεια είναι λοιπόν ότι οι Βρετανοί είχαν αγωνία να προσφέρουν μια τέτοια επιτυχία στην ελληνική κυβέρνηση. Ήταν απλώς η στάση των Αμερικανών αλλά και ο φόβος της Ε.Σ.Σ.Δ που τους εμπόδιζαν να κάνουν βιαστικές κινήσεις. «Αν αποτύχομε να δώσομε τα νησιά στην Ελλάδα, ενώ τα ελέγχομε, θα γελοιοποιηθούμε διεθνώς, τη στιγμή που η Ρωσία μοιράζει εχθρικά εδάφη στους δορυφόρους της», υπογράμμιζε ο Βρετανός υπουργός Εξωτερικών Ernest Bevin το Σεπτέμβρη του 1945 σε σχετικό υπόμνημα του. Πρέπει να σημειωθεί τέλος ότι υπήρχε και μια βασική διαφορά νοοτροπίας ανάμεσα στους Έλληνες και τουςΒρετανούς που δημιουργούσε παρεξηγήσεις. Το παραδοσιακό βρετανικό φλέγμα ήταν που τους εμπόδιζε να κατανοήσουν γιατί επείγονται τόσο πολύ οι Έλληνες Δωδεκανήσιοι να ενωθούν με την Ελλάδα. «Επιθυμούν τόσο πολύ την ένωση που τους έγινε νεύρωση!» σημείωνε στις 2.7.1946 οΒρετανός πρέσβυς Reilly. Η οπτική του βρετανικού υπουργείου των Εξωτερικών είναι αλήθεια ότι ήταν σαφής ήδη από το Μάρτη του 1943. Δηλαδή οι Βρετανοί (α) έβλεπαν ευνοϊκά το θέμα παραχώρησης των Νήσων στην Ελλάδα αν και δήλωναν «όχι από τώρα δεσμεύσεις», (β) στο ζήτημα της συμμετοχής του ελληνικού στρατού σε μελλοντικές επιχειρήσεις στη Δωδεκάνησο απαντούσαν «είναι στρατιωτικό θέμα. Εμείς πάντως θα εισηγηθούμε ευνοϊκά», (γ) για τη συμμετοχή Ελλήνων στη μελλοντική διοίκηση τηςΔωδεκανήσου τα πράγματα ήταν ακόμα πιο περίπλοκα. Το βρετανικό υπόμνημα κατέληγε στην ευχή να μη χρειαστεί η συμμετοχή της Τουρκίας στη μελλοντική δωδεκανησιακή επιχείρηση, γιατί η Τουρκία θα ζητούσε σίγουρα ανταλλάγματα που θα περιέπλεκαν τρομερά την κατάσταση. Με βάση αυτό το σκεπτικό απάντησε ο Eden στο τηλεγράφημα του Churchill που πρότεινε να ζητήσουν βοήθεια από τους Τούρκους, δηλαδή αεροπορικές διευκολύνσεις, με αντάλλαγμα τη Ρόδο. Η εμπειρία όμως του Eden από συζητήσεις του στο Κάιρο, αμέσως μετά τη διάσκεψη της Μόσχας, με τον Τούρκο ΥΠΈΞ Νουμέν Μενεμετζίογλου το Νοέμβριο του ίδιου χρόνου ήταν πέρα για πέρα αρνητική. «Κανένας δεν είναι τόσο κουφός, όσο ένας Τούρκος που δεν θέλει να πεισθεί»,έγραφε ο Eden στον Churchill. Ο Eden πίστευε ότι οι Τούρκοι πάλι δεν θα αναλάμβαναν τιςευθύνες τους και το μόνο αποτέλεσμα θα ήταν η παράβαση του δόγματος «καμμία εδαφική συζήτηση πριν από τον πόλεμο» και η αγανάκτηση των Ελλήνων συμμάχων τους.

    Μετά την αλλαγή της στάσης της Ε.Σ.Σ.Δ που τάχθηκε υπέρ της παράδοσης της Δωδεκανήσου στην Ελλάδα γνωστοποιήθηκε από το βρετανικό ΥΠΈΞ στις ελληνικές αρχές ότι τα νησιά θα παραδοθούν μόλις υπογραφεί η ιταλική συνθήκη ειρήνης και ότι το ίδιο θα ερχόταν σε επαφή μετους Αμερικανούς για να ρυθμιστούν οι λεπτομέρειες της μεταβίβασης αυτής. Τον Ιούλιο του 1946 ο έλληνας πρωθυπουργός Κ. Τσαλδάρης επισκέπτεται το Λονδίνο για επείγουσες συνομιλίες με τον αμερικανό υπουργό των Εξωτερικών James Byrnes και τον βρετανό ομόλογο του Ε. Bevin. Εκμεταλλευόμενος την ευκαιρία, ζητά από τον Bevin να επιτραπεί η αποστολή μερικών ελλήνων αξιωματούχων για να μετάσχουν στη διοίκηση των Νησιών, μαζί μετους Βρετανούς. Ο Bevin, όπως και οι Αμερικανοί λίγο αργότερα, συμφώνησε υπό την αίρεση ότι αυτό θα γίνει σιωπηρά για να μη δώσει λαβή για σχόλια. Το εντυπωσιακό είναι ότι τόνισε στον έλληνα πρωθυπουργό ότι παραχώρησε και το Καστελόριζο στην Ελλάδα, αν και η κυβέρνηση του το είχε υποσχεθεί αρχικά στην Τουρκία λόγω εγγύτητας. 
    Η Ελλάδα έπρεπε να υποσχεθεί τώρα ότι
    δεν θα υπέθαλπε τις φήμες που κυκλοφορούσαν για διεκδίκηση, ή αυτονομία της Ίμβρου και της Τενέδου, γιατί η Τουρκία είχε ανησυχήσει. Ο Κ. Τσαλδάρης τον διαβεβαίωσε ότι η Ελλάδα έχει τιςκαλύτερες διαθέσεις απέναντι στην Τουρκία και δεν υπήρχε λόγος ανησυχίας. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Bevin είχε χρησιμοποιήσει και ένα άλλο δυνατό επιχείρημα για να προλάβει πιθανές αντιρρήσεις των Τούρκων: κάθε προβολή διεκδίκησης του Καστελόριζου και της Σύμης από την Τουρκία θα ενθάρρυνε τους Σοβιετικούς να πιέσουν για αναθεώρηση του καθεστώτος των Στενών. Αυτό ήταν ικανό φόβητρο, δεδομένης της τουρκοσοβιετικής έντασης που επικρατούσε εκείνη την εποχή. Τελικά η ενσωμάτωση της Δωδεκανήσου εγκρίθηκε ομόφωνα στις 21.9.1946 από την πολιτική και εδαφική επιτροπή για τη συνθήκη ειρήνης με την Ιταλία. Ο προσδιορισμός όμως των ορίων της εκχωρούμενης περιοχής δεν ήταν σαφής. 


    Η διατύπωση της πρώτης παραγράφου του άρθρου 12του σχεδίου ήταν ότι «η Ιταλία εκχωρεί στην Ελλάδα κατά πλήρη κυριαρχίαν τας νήσους της Δωδεκανήσου» χωρίς να τις κατονομάζει. Σημειωτέον ότι, όταν παραχωρήθηκαν από την Τουρκία στην Ιταλία με τη Συνθήκη της Λωζάνης, τα νησιά είχαν απαριθμηθεί και προσαρτήθηκε και σχετικός χάρτης. Τελικά με τη μεσολάβηση του Ιωάννη Πολίτη, στο κείμενο της Συνθήκης ενσωματώθηκε απαρίθμηση των δεκατεσσάρων μεγαλύτερων νησιών και μνεία ότι παραχωρούνται επίσης και οι νησίδες και βραχονησίδες οι παρακείμενες των νησιών. Η ελληνική κυβέρνηση κατά την ημέρα της υπογραφής της Συνθήκης, δηλαδή στις 10.2.1947, διευκρίνισε με τις παρατηρήσεις της ότι οι μνημονευόμενες, παρακείμενες των νησιών νησίδες και βραχονησίδες είναι αυτές πουευρίσκοντο υπό ιταλική κυριαρχία, όταν εισήλθε η Ιταλία στον πόλεμο. Σήμερα, η τόνωση της εθνικής μνήμης με τον εορτασμό της επετείου της 10ης Φεβρουαρίου έχει διπλό στόχο μετά την εκδήλωση της τουρκικής αδιαλλαξίας στο Αιγαίο και την έγερση επιχειρημάτων περί υπάρξεως «γκρίζων ζωνών». Στο συνημμένο τηλεγράφημα no 198 με ημερομηνία 2.2.1933 της Ιταλικής Διοικήσεως των Νήσων του Αιγαίου χάρτη που απευθύνεται σε όλες τις στρατιωτικές βάσεις της Ιταλίας στα νησιά, καθορίζονται τα όρια της ιταλικής κυριαρχίας στα ιταλοτουρκικά χωρικά ύδατα, όπως αυτά ορίσθηκαν στο πρακτικό του Δεκεμβρίου του 1932.

    XA063 

    Ο χάρτης, χαραγμένος δια χειρός, σε χαρτί σχεδιαστηρίου, υπογράφεται από τον Ιταλό ναύαρχο Soldati και τον Τούρκο αξιωματικό του ναυτικού Erugrul Bey. Μετά την κρίση σταΊμια, που είναι δύο από τις βραχονησίδες που ανήκουνστο δωδεκανησιακό σύμπλεγμα στο Αιγαίο, η δημοσιοποίηση του εγγράφου αυτού από την Υπηρεσία Διπλωματικού Αρχείου του Ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών το 1997 στον τόμο «Δωδεκάνησος-Η μακρά πορεία προς την ενσωμάτωση» (εκδ. Καστανιώτης) αποκτά ιδιαίτερη σημασία και βαρύτητα. Η ανάληψη της διοίκησης των νησιών από την Ελλάδα έγινε στις 31 Μαρτίου 1947 με την παράδοση από τους Βρετανούς στον Έλληνα στρατιωτικό διοικητή Αντιναύαρχο Π. Ιωαννίδη, ένα μήνα σχεδόν μετά την υπογραφή της Συνθήκης Ειρήνης. Οι Βρετανοί ζήτησαν αρχικά να τους καταβληθούν τα έξοδα της στρατιωτικής διοικήσεως της Δωδεκανήσου πριν αποχωρήσουν, αλλά εν συνεχεία και μετά από πιέσεις του ελληνικού Υπουργείου των Εξωτερικών, απέσυραν το αίτημα.

     Η περίοδος της ελληνικής στρατιωτικής διοικήσεως αποτέλεσε το τελευταίο και προπαρασκευαστικό στάδιο πριν από την επίσημη προσάρτηση των νησιών στην Ελλάδα, η οποία πραγματοποιήθηκε με την επικύρωση της Συνθήκης Ειρήνης. Η χαρά και ο πόνος των Δωδεκανησίων για την Ένωση με τη Μητέρα Ελλάδα μπορεί ναπεριγραφεί με ένα χαρακτηριστικό γεγονός που έχει παραμείνει ολοζώντανο στη μνήμη των Καλυμνίων. Μετά την υποστολή της αγγλικής σημαίας και την ανύψωση της ελληνικής, οι Καλύμνιοι αποχώρησαν σκυφτοί και η πλατεία του νησιού άδειασε. Τότε, ο άγγλος αξιωματικός, ξαφνιασμένος, ρώτησε τον έλληνα συνάδελφο του ταγματάρχη Ζαχαράκη γιατί έφυγε τόσο γρήγορα όλος ο κόσμος. Διερωτήθηκε μάλιστα μήπως είχαν δυσαρεστηθεί από τη μετάβαση της εξουσίας από τους Αγγλους στους Έλληνες. Ο μετέπειτα στρατηγός Ζαχαράκης, χωρίς να πει τίποτε, οδήγησε τον άγγλο αξιωματικό στο νεκροταφείο του νησιού. Εκεί ήταν μαζεμένοι όλοι οι Καλύμνιοι. Είχαν πάει στο νεκροταφείο να αναγγείλουν στους προγόνους τους ότι η Κάλυμνος ξαναγινόταν ελληνική. Γιατί είχε γίνει έθιμο, όσοι πέθαιναν να αφήνουν ευχή και κατάρα να τους το πουν μόλις η Κάλυμνος ξαναγινόταν ελληνική.

    «Τότε είπε και γεννήθηκε η θάλασσα…Και στη μέση της έσπειρε κόσμους μικρούς»,έγραψε ο Έλληνας ποιητής, κάτοχος του βραβείου Νόμπελ, Οδυσσέας Ελύτης. Φαίνεται ότι οι θεοί επέδειξαν, περισσή επιμέλεια και υπομονή όταν φιλοτεχνούσαν αυτόν τον τόπο. Και αναγκάσθηκαν να κάνουν πολλές δοκιμές, κι ας ήταν θεοί, για να συνταιριάξουν τόσο καλά στεριά, βράχους και θάλασσα. Αυτό είναι το Αιγαίο.
    Αναπόσπαστο τμήμα του ελληνισμού που για 6 χιλιάδες χρόνια,λόγω της γεωγραφικής του θέσης και της φυσικής του διαμόρφωσης με τις εκατοντάδες μικρά και μεγάλα νησιά μετέφερε μηνύματα από τη μια ήπειρο στην άλλη. Κοιτίδα πολιτισμού και πηγή έμπνευσης και δημιουργίας. Στο Αιγαίο όλα είναι ουσιώδη, τίποτε περιττό. Το τοπίο, σαν αρχαίος ναός, αποτυπώνει αβίαστα και απλά την αιωνιότητα. Η ελιά, η συκιά και η άμπελος ήταν το στολίδικαι ηδόξα του τόπου. Το νερό, λίγο και ακριβό. Ο άνθρωπος χρειάστηκε με υπομονή να σκάψει τον βράχο για να κάνει δυνατή την επιβίωση του, να παράγει, να δημιουργήσει, να χτίσει ναούς, κάστρα και γεφύρια, δρόμους. Πέρασαν κατακτητές, ληστές και πειρατές. Οι άνθρωποι δεν κουράστηκαν γιατί η γη ήταν λίγη, μα ο ουρανός απέραντος «για να διαβάζει μόνος του την απεραντοσύνη» όπως έγραψε ο νομπελίστας ποιητής, Οδυσσέας Ελύτης.

    ======================================================

     

    Η τύχη των νησιών μετά την Ελληνική Επανάσταση

    Η πρώτη επέκταση των συνόρων του ελληνικού κράτους ήρθε σε περισσότερα από τριάντα χρόνια μετά την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας του. Δεν υπήρξε αποτέλεσμα καμιάς από τις αλυτρωτικές εξεγέρσεις του ελληνικού κράτους ούτε συντελέστηκε σε βάρος του μόνου μέχρι το 1878 εχθρού, της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
    Με τη συνθήκη που υπογράφτηκε στις 17-29 Μαρτίου 1864 ανάμεσα στις τρεις Δυνάμεις, την Αγγλία, τη Γαλλία και τη Ρωσία, και στο ελληνικό βασίλειο τα Επτάνησα πέρασαν οριστικά στην ελληνική κυριαρχία στις 21 Μαΐου. H εξέλιξη αυτή ήρθε ως επιστέγασμα μιας σειράς διαβουλεύσεων και διπλωματικών διαπραγματεύσεων, οι οποίες καθόρισαν αρκετά
    βαριούς όρους για την Eλλάδα που ήταν αποκλεισμένη από τις περισσότερες διπλωματικές συναντήσεις.
    H συνθήκη θέσπιζε τη διηνεκή ουδετερότητα της Kέρκυρας, γι' αυτό κατεδαφίστηκε μέρος του οχυρού της πόλης και των Παξών. Tο ελληνικό κράτος αποδέχεται όλες τις υποχρεώσεις προς ξένες κυβερνήσεις, εταιρείες και ιδιώτες, οι οποίες απέρρεαν από συμβάσεις που είχαν συναφθεί με την Iόνιο Πολιτεία ή με την Προστάτιδα Δύναμη, τη Μεγάλη Bρετανία. H ρύθμιση αυτή αφορούσε το δημόσιο χρέος των Iονίων, εμπορικά και ναυτιλιακά προνόμια αλλοδαπών και κυρίως το εκδοτικό δικαίωμα της Iονικής Τράπεζας. Tο ελληνικό κράτος αναλάμβανε επίσης να καταβάλει αποζημιώσεις και συντάξεις στους άγγλους υπαλλήλους που θα έχαναν τη θέση τους με την Ένωση. H Oρθόδοξη Εκκλησία αναγνωρίζεται ως επικρατούσα, αλλά κηρύσσεται παράλληλα η θρησκευτική και λατρευτική ελευθερία για όλα τα δόγματα και διατηρούνται τα προνόμια της Καθολικής Eκκλησίας. H Mεγάλη Bρετανία παραιτείται από την προστασία των Iονίων και μαζί με τη Γαλλία και τη Ρωσία επεκτείνουν τις εγγυήσεις που αφορούσαν την Eλλάδα και στα Iόνια νησιά.

    Στις 23 Σεπτεμβρίου- 5 Oκτωβρίου 1864 το IΓ' Iόνιο Kοινοβούλιο υλοποίησε το σκοπό της σύγκλησής του αποφασίζοντας την Ένωση με την Eλλάδα σε "μία και αδιαίρετη πολιτεία υπό το συνταγματικό σκήπτρο του Βασιλέως Γεωργίου A'. Είχαν προηγηθεί πολλές αναταραχές λόγου τις φοβίας ότι τα Επτάνησα θα χάναν την καλή τους οικονομική θέση μετά από την ένωση με το φτωχότερο Ελληνικό κράτος.
    Ως συνέπεια της ένωσιη οικονομικά και διαχειριστικά στοιχεια μεταφέρθηκαν στην Ελλάδα. Μέσα από αυτά η Ιονική Τράπεζα και η βιβλιοθήκη της Ιονίου Ακαδημίας.

     Για την Δωδεκάνησο η πολυπόθητη προσάρτηση ορίστηκε την 9η Ιανουαρίου 1948: Με το άρθρο 1 του Νόμου υπ' αριθμ. 518 "Περί προσαρτήσεως της Δωδεκανήσου εις την Ελλάδα"[10] της Δ΄ Αναθεωρητικής Βουλής των Ελλήνων ορίζεται ότι: "Αι νήσοι της Δωδεκανήσου Αστυπάλαια, Ρόδος, Χάλκη, Κάρπαθος, Κάσος, Τήλος, Νίσυρος, Κάλυμνος, Λέρος, Πάτμος, Λειψοί, Σύμη, Κως και Καστελλόριζον, ως και αι παρακείμεναι νησίδες, είναι προσηρτημέναι εις το Ελληνικόν Κράτος από της 28 Οκτωβρίου 1947". Με τον νόμο αυτό, που αποτελεί τη ληξιαρχική πράξη της ενσωμάτωσης της Δωδεκανήσου στη μητέρα Ελλάδα, τερματίζεται το μεταβατικό στάδιο της ελληνικής στρατιωτικής διοίκησης. Η 7η Μαρτίου 1948 ορίζεται ως ημέρα της πανηγυρικής τυπικής ενσωμάτωσης.Η επίσημη τελετή της ενσωμάτωσης έγινε στις 7 Μαρτίου του 1948. Το 1955 η Δωδεκάνησος έγινε νομός με πρωτεύουσα τη Ρόδο.



    https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhVqqyolskIY_kezTAXCdZl5AaQ0vycVoZv-nJSa7jGtrZs_dy82bSR9_hkySrzieEZnbnk7GzOr1vSMYjidrDjVNdi8uj9JD0ft3TtZCtK25HcMYI6a81hwV-Z2vr8kZnG5u95BFEWCBQ/s1600/301359_286269491486862_1292863272_n.jpg


    Ενσωμάτωη Ιονίων νήσων 29 Μαΐου 1864

    21ης Μαΐου του 1864. Η γαλανόλευκη σημαία υψωνόταν στο φρούριο της Κέρκυρας κι ο 39χρονος τότε, Θρασύβουλος Ζαΐμης παραλάμβανε επίσημα τα Επτάνησα από τον Άγγλο αρμοστή Ερρίκο Στορξ.
    Οι Βρετανοί παραχωρούσαν τα νησιά, προίκα στο νέο βασιλιά της Ελλάδας, σε ανταπόδοση του όρου που είχαν θέσει: Ότι ο νέος μονάρχης δε θα επιβουλευόταν τα εδάφη της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Και νέος μονάρχης ήταν ο Γεώργιος ο Α’, επί της βασιλείας του οποίου η Ελλάδα πήρε, με το σπαθί του πολέμου, τη Θεσσαλία, την Ήπειρο, τη Μακεδονία, την Κρήτη και τα περισσότερα νησιά του Αιγαίου...

    Η αγγλική κατοχή στα Ιόνια νησιά ονομαζόταν επίσημα Προστασία. Προστασία της ανεξάρτητης πολιτείας των Επτανήσων, όπως αναφερόταν στη συνθήκη της Βιέννης, το 1815. Νωρίτερα, λεγόταν, απλά, κατοχή.Την ημέρα της ένωσης με την Ελλάδα, ένας ανώνυμος χρονικογράφος έγραψε:

    «Οι Άγγλοι εκάθησαν εις την Επτάνησον χρόνους 54, μήνας 8 και ημέραν μίαν».

    Μετά την παράδοση στον Ζαΐμη, ο αρμοστής Στορξ πέρασε στο Κατάκωλο και πρόσφερε τη σημαία της Επτανησιακής Πολιτείας στον βασιλιά Γεώργιο. Στις 29 Ιουνίου, ο Γεώργιος πατούσε το πόδι του στην Κέρκυρα, πρώτο σταθμό της περιοδείας του στο Ιόνιο. Στις 29 Αυγούστου, οι πληρεξούσιοι από τα Επτάνησα γίνονταν δεκτοί με ζητωκραυγές στην εθνοσυνέλευση, που ετοίμαζε το νέο σύνταγμα της Ελλάδας.

    Η «Χρυσή Βίβλος» («Libro d’ oro») καθόριζε στα Ιόνια νησιά, ποιοι ήταν οι αριστοκράτες κι επομένως οι εκλεκτοί, από τους οποίους προέρχονταν τα στελέχη της διοίκησης, της δικαιοσύνης, του στρατού και της εκκλησίας. Με εξαίρεση την Κεφαλονιά, όπου ποτέ δεν μπόρεσε να επιβληθεί ολοκληρωτικά, η φεουδαρχία θριάμβευε στην περιοχή σ’ όλη τη διάρκεια της βενετσιάνικης κατάκτησης. Οι εξεγέρσεις του λαού και των αγροτών ήταν φαινόμενο περισσότερο από συνηθισμένο. Στα 1797, τα νησιά πέρασαν στη γαλλική κατοχή, που έφερε μαζί της όλα τα δημοκρατικά ρεύματα της γαλλικής επανάστασης, τις ανατροπές και τις μεταρρυθμίσεις.

    Η προσωρινή ρωσοτουρκική κατάκτηση (1799 - 1800) επανέφερε την αριστοκρατία στα πράγματα, πιο διαβασμένη. Τα Ιόνια νησιά απέκτησαν για λίγο τον τίτλο της δημοκρατίας κάτω από την επικυριαρχία του σουλτάνου. Οι εξεγέρσεις απέδωσαν ένα «βυζαντινό σύνταγμα» (ονομάστηκε έτσι, επειδή συντάχθηκε στην Κωνσταντινούπολη) που παραχωρούσε κάποιες ανεπαίσθητες ελευθερίες, ενώ δημιουργήθηκε η «έντιμη αντιπροσωπεία», ένα είδος συμβιβασμού ανάμεσα στους ευγενείς και στους πλούσιους των νησιών.

    Η δεύτερη γαλλική κατοχή (1807) δεν είχε καμιά σχέση με την πρώτη, καθώς αυτή τη φορά εκπροσωπούσε τον αυτοκράτορα Ναπολέοντα Βοναπάρτη. Κι επιπλέον, έφερε μαζί της τον αποκλεισμό της σταφίδας (κυριότερου προϊόντος των νησιών) από τις αγγλικές αγορές, καθώς οι Άγγλοι είχαν επιβάλει εμπάργκο στα προϊόντα που προέρχονταν από εδάφη της Γαλλίας.

    Άμεση  συνέπεια ήταν η δημιουργία οικονομικής κρίσης. Η ογκούμενη λαϊκή αντίδραση αλλά και τα προβλήματα του Ναπολέοντα διευκόλυναν την προοδευτική αφαίρεση των νησιών από την επιρροή των Γάλλων. Με τη συνθήκη του 1815, πέρασαν στην προστασία της Αγγλίας.

    Ο λόρδος μεγάλος αρμοστής εγκαταστάθηκε στην Κέρκυρα και συνεργάστηκε στενά με την αριστοκρατία. Κοινός τους στόχος η καταπολέμηση της εθνικής συνείδησης των νησιωτών, που είχε φουντώσει μετά την πρώτη γαλλική κατάκτηση. Η ελληνική επανάσταση και η δημιουργία του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους αποτέλεσαν το έναυσμα μακρών αγώνων που απέκτησαν και την πολιτική τους έκφραση μέσα από τις τάξεις του ριζοσπαστικού κόμματος.

    Σκοπός των ριζοσπαστών ήταν όχι μόνο η ένωση με την Ελλάδα αλλά και ο δημοκρατικός μετασχηματισμός ολόκληρης της Βαλκανικής. Οι συνεχείς εξεγέρσεις εντάθηκαν. Ο επαναστατικός άνεμος που σάρωνε την Ευρώπη το 1848, ξέσπασε ορμητικός στην Κεφαλονιά, όπου η εξέγερση μεταβλήθηκε σε συγκροτημένη επανάσταση. Η επέμβαση του αγγλικού στρατού την περιόρισε για λίγο αλλά το 1849 η επανάσταση φούντωσε πάλι κι εξελίχθηκε σε κανονική ένοπλη αντιπαράθεση.

    Οι μάχες ανάμεσα στους χωρικούς και τους Άγγλους αναστάτωσαν το νησί, με αποτέλεσμα η αγγλική κατοχή να χρησιμοποιήσει τα πιο άγρια μέσα καταστολής που διέθετε, προκειμένου να επικρατήσει. Οι ριζοσπάστες υπέστησαν φοβερούς διωγμούς που εξαπολύθηκαν με τη συνεργασία Άγγλων και ντόπιων αριστοκρατών. Όμως, η Βουλή των Ιονίων νησιών εξέδωσε ψήφισμα (1850), με το οποίο ζητούσε την ένωση με την Ελλάδα. Η απάντηση του αρμοστή ήταν να διαλύσει το κοινοβούλιο. Οι κοινωνικές μεταρρυθμίσεις που ακολούθησαν, ήταν το προοίμιο για την ένωση των νησιών με την Ελλάδα. Πραγματοποιήθηκε το 1864.

    Το πρώτο θύμα της αγγλικής διπλωματίας, σε σχέση με την Ελλάδα, ήταν ο Αλφρέδος, δεύτερος γιος της βασίλισσας Βικτορίας. Από καιρό, οι Βρετανοί ήθελαν ν’ απαλλαγούν από τα Επτάνησα, που μόνο προβλήματα τους δημιουργούσαν. Με ευχαρίστηση θα τα παραχωρούσαν στην Ελλάδα, αν δεν υπήρχε ο βασιλιάς Όθων και η εμμονή του στη Μεγάλη Ιδέα. Οι Βρετανοί, με κανέναν τρόπο δε ήθελαν να θιγεί η ακεραιότητα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, εκτός κι αν ήταν να ωφεληθούν οι ίδιοι
    Στη στροφή της δεκαετίας του 1850 προς 1860, αγγλόφιλοι στα Επτάνησα προωθούσαν ένα φιλόδοξο σχέδιο: Τη δημιουργία της Επτανησιακής Ηγεμονίας, που θα περιλάμβανε τα Ιόνια νησιά και τις τουρκοκρατούμενες ακόμα Θεσσαλία και Ήπειρο, με ηγεμόνα τον πρίγκιπα Αλφρέδο.

    Η έξωση του Όθωνα, τον Οκτώβιο του 1862, έκανε το σχέδιο ν’ ατονήσει. Ο πρίγκιπας Αλφρέδος προοριζόταν πια για βασιλιάς των Ελλήνων. Τον Νοέμβριο του 1862, ο πρωθυπουργός της Αγγλίας, λόρδος Πάλμερστον, κάλεσε τον Χαρίλαο Τρικούπη, Έλληνα επιτετραμμένο στο Λονδίνο.

    «Αφού έφυγε ο Όθων», του είπε, «κρατάμε την Κέρκυρα και σας δίνουμε τα υπόλοιπα νησιά του Ιονίου»...

    Οι Άγγλοι μπορεί να ήθελαν τον Αλφρέδο βασιλιά στην Ελλάδα. Δεν τον ήθελαν όμως, οι άλλες τότε μεγάλες δυνάμεις. Οι Άγγλοι προχώρησαν αλλιώς. Στις 10 Δεκεμβρίου του 1862, άρχιζε στην Αθήνα η εθνοσυνέλευση που θα οδηγούσε στην εκλογή νέου βασιλιά. Την ίδια μέρα, ο Βρετανός υπουργός Εξωτερικών, λόρδος Ράσελ, διαμηνούσε στον Χαρίλαο Τρικούπη πως «η βασίλισσα δεν θα είχε αντίρρηση να δοθούν τα Επτάνησα στην Ελλάδα, αν ο νέος βασιλιάς ήταν αρεστός στους Βρετανούς».
    Τον ίδιο μήνα, έφτασε στην Αθήνα έκτακτος απεσταλμένος της αγγλικής κυβέρνησης. Το μήνυμα δεν έπαιρνε παρερμηνείες:

    «Προκειμένου να στηριχτεί η μοναρχία στην Ελλάδα, η βασίλισσα Βικτορία ήταν πρόθυμη να ανακοινώσει στη βουλή των λόρδων και στο αγγλικό κοινοβούλιο την ένωση των Επτανήσων με την Ελλάδα. Όμως, η προσφορά αυτή δεν ίσχυε, αν οι Έλληνες εξέλεγαν βασιλιά που θα δημιουργούσε υποψίες ότι θ’ ακολουθούσε επιθετική πολιτική προς την Τουρκία»...

    Η εθνοσυνέλευση ψήφισε να δοθεί το στέμμα της Ελλάδας στο 18χρονο γιο του νέου βασιλιά της Δανίας Γεώργιο, με το όνομα Γεώργιος ο Α’. Για να μην υπάρξει μπλέξιμο με αντιβασιλείες, η εθνοσυνέλευση τον κήρυξε ενήλικα. Οι Άγγλοι έμειναν ευχαριστημένοι. Στις 13 Ιουλίου του 1863, μια διεθνής συνθήκη έδινε στα Επτάνησα το δικαίωμα να ενωθούν με την Ελλάδα, «εφόσον αυτό επιθυμούσε ο λαός τους», σαν να μην ήταν αυτό το αίτημα ματωμένων αγώνων μισού αιώνα.

    Σε εκτέλεση της συνθήκης, ο αρμοστής Στορξ διέλυσε το κοινοβούλιο της Επτανησιακής πολιτείας και προκήρυξε εκλογές για τις 19 Σεπτεμβρίου. Παρουσιάστηκε ο ίδιος μπροστά στους νεοεκλεγέντες με το ερώτημα, αν ο λαός επιθυμεί την ένωση με την Ελλάδα. Πήρε την απάντηση με το ψήφισμα της 23ης Σεπτεμβρίου του 1863:

    «Αι νήσοι Κέρκυρα, Κεφαλληνία, Ζάκυνθος, Λευκάς, Ιθάκη, Κύθηρα, Παξοί και τα εξαρτήματα αυτών ενούνται μετά του βασιλείου της Ελλάδος, όπως εσαεί αποτελώσιν αναπόσπαστον αυτού μέρος εν μιά και αδιαιρέτω πολιτεία, υπό το συνταγματικόν σκήπτρον της Αυτού Μεγαλειότητος του βασιλέως των Ελλήνων Γεωργίου του Α’ και των διαδόχων αυτού».

    Τα θεμέλια για την τελική ευθεία μπήκαν στις 14 Νοεμβρίου του 1863 με την υπογραφή της Συνθήκης του Λονδίνου, που παραχωρούσε τα Επτάνησα στην Ελλάδα. Δυο μέρες αργότερα, στις 16 του ίδιου μήνα, ο Γεώργιος ορκιζόταν βασιλιάς των Ελλήνων. Στις 29 Μαρτίου του 1864, ανακοινώθηκε η τελική συμφωνία: Τα νησιά παραχωρούνταν στην Ελλάδα ως προίκα στον Γεώργιο.
    Δυο μήνες αργότερα, στις 21 Μαΐου, ο μετέπειτα πρωθυπουργός κι από τους βασικούς συντελεστές της έξωσης του Όθωνα, Θρασύβουλος Ζαΐμης, σε επίσημη τελετή στην Κέρκυρα, παραλάμβανε τα Επτάνησα ως πληρεξούσιος του νέου βασιλιά.

      
    https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiBtD_XU6ubbcdqpwS5FwGBDiHdF1CaQEOyEI008Cu4u1rDRozjdn8vhC7L4HIHSlGdECVSCAXhbOTRiGFTIo9cplKL8bNqqZBlIoYU90TBESIAE8pROP3tps-XkPxke7KAQKy08AOjXXo/s320/1939+Corfus+castle.jpg





    http://emathisi.weebly.com/uploads/2/1/5/3/21539252/258953_orig.jpg?190

    Ενσωμάτωση Δωδεκανήσου 7 Μαρτίου 1948

    Η Δωδεκάνησος, προτού ενσωματωθεί με τη Μητέρα-Πατρίδα, γνώρισε ξενική κατοχή 638 χρόνων. Από το γεωγραφικό χώρο του δωδεκανησιακού συμπλέγματος πέρασαν η ιπποτική κυριαρχία (1309-1522), η τουρκοκρατία (1522-1912) και στη χρονική περίοδο 1912-1945 η ιταλική τυραννία.

    Παρόλες, όμως, αυτές τις διαδοχικές ξένες επικυριαρχίες, ο δωδεκανησιακός λαός διατήρησε την ελληνική γλώσσα, την ορθοδοξία και γενικά τα ελληνικά ήθη και έθιμα.

    Και επί αιώνες αγωνίστηκε κατά της ξένης καταπίεσης, επιδιώκοντας την Ενωση-στην κυριολεξία την επανένωση-με την Ελλάδα. Ο διακαής αυτός πόθος άρχισε να παίρνει πιο συγκεκριμένη μορφή από τις αρχές της δεύτερης δεκαετίας του 20ού αιώνα.

    Ειδικότερα, η Εθνική αυτή επιταγή των Δωδεκανησίων, αμέσως με την έναρξη της Ιταλοκρατίας, εκφραζόταν στο αίτημα της Αυτοδιάθεσης-Ενωσης και έκτοτε οι κάθε είδους εκδηλώσεις ήταν συνεχείς, τόσο σε τοπικό, όσο και σε διεθνές επίπεδο.

    Περιληπτική διαχρονική πορεία από την τούρκικη κατοχή.

    Είναι γνωστό, ότι στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας τα Δωδεκάνησα ήταν στο μεγαλύτερο χρονικό διάστημα αυτόνομη και αυτοδιοίκηση περιοχή. Ωστόσο, κατά τον διακανονισμό των συνόρων του 1830, τα Δωδεκάνησα περιήλθαν στην Τουρκία μαζί με τη Σάμο, με αντάλλαγμα την Εύβοια, την οποία κρατούσαν ακόμη οι Τούρκοι.

    Στις 29 Σεπτεμβρίου του 1911 η Ιταλία, προκειμένου να καταστήσει την Τριπολίτιδα και την Κυρηναϊκή (τη σημερινή Λιβύη) αποικία της, κήρυξε τον πόλεμο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, καθόσον η τελευταία είχε υπό την κυριαρχία της τα προαναφερθέντα εδάφη. 

    Και για να εμποδιστεί ο ανεφοδιασμός των Αράβων πολεμιστών από τους Τούρκους, με τη δικαιολογία, ότι οι εκεί παράκτιες αραβικές φυλές πρόβαλλαν αντίσταση στα ιταλικά στρατεύματα, οι Ιταλοί κατέλαβαν τα Δωδεκάνησα το Μάιο του 1912, εκτός του Καστελορίζου, υπό τύπον, καθώς έλεγαν, της προσωρινότητας.

    Όταν ο ιταλοτουρκικός πόλεμος τελείωσε, η συνθήκη ειρήνης πρόβλεπε και μεν να παραχωρηθούν στους Ιταλούς τα οθωμανικά εδάφη στην Αφρική, όπου υπήρχαν ιταλικά εμπορικά και άλλα ζωτικά συμφέροντα, οι ιταλοί, όμως, θα έπρεπε να εκκενώσουν τα Δωδεκάνησα, που είχαν καταλάβει, ως προαναφέρεται.
    Έτσι, ενώ οι Ιταλοί πήραν αυτό που ήθελαν, ωστόσο, δεν έφυγαν από τα δωδεκανησιακά εδάφη.
    Στις 29 Ιουλίου 1919 υπογράφεται Συνθήκη μεταξύ των Κυβερνήσεων Ελλάδας-Ιταλίας. Η Συνθήκη αυτή, γνωστή υπό το όνομα Tittoni-Βενιζέλου, αναπτέρωσε τις ελπίδες του δωδεκανησιακού λαού, καθόσον, σύμφωνα με τους όρους της, η Ιταλία παραχωρούσε στην Ελλάδα αμέσως την κυριαρχία της Δωδεκανήσου, εκτός της Ρόδου, η οποία θα παραδιδόταν μετά πενταετία με Δημοψήφισμα. Με την ίδια Συνθήκη η Ιταλία, εκτός από τα Δωδεκάνησα, παραχωρούσε στην Ελλάδα και τη Βόρειο Ήπειρο.

    Ένα χρόνο αργότερα, στις 22 Ιουλίου 1920, καταγγέλλεται από την Ιταλία η προαναφερθείσα Συνθήκη. Τον Αύγουστο, όμως, του ίδιου έτους υπογράφεται η Συνθήκη των Σεβρών και με τη συμφωνία Bonino-Βενιζέλου επικυρώνεται, σχεδόν, η προηγούμενη Tittoni-Βενιζέλου, με τη διαφορά ότι το Δημοψήφισμα για τη Ρόδο θα διενεργείτο  μετά 15 χρόνια.

    Η ζηλότυπη, όμως, μοίρα του δωδεκανησιακού λαού θέλησε άλλη τροπή των πραγμάτων. Με την πτώση του Ελευθερίου Βενιζέλου, το Νοέμβριο του 1920 και αφού εν τω μεταξύ μεσολάβησε η Μικρασιατική καταστροφή του 1922, η Ιταλία καταγγέλλει τη Συνθήκη των Σεβρών και αθετεί, εκ νέου, την υπογραφή της.


     http://www.se-skepseis.gr/wp-content/uploads/2015/07/Synthiki_Lozanis-620x330.jpg

    Με τη Συνθήκη της Λωζάνης, 24 Ιουλίου 1923, η Τουρκία παραχωρεί στην Ιταλία τα δικαιώματά της στα Δωδεκάνησα, κι έτσι μονιμοποιείται  η ιταλική κατοχή.

    Εν τω μεταξύ, με την άνοδο στην εξουσία του φασισμού στην Ιταλία τον Οκτώβριο του 1922, ο Μουσολίνι αντιμετώπιζε το δωδεκανησιακό σύμπλεγμα, ως ιταλική, πλέον, κτήση και με διάφορα μέτρα προσπαθούσε να καταπνίξει το ελληνικό φρόνημα, ενισχύοντας και το καθολικό στοιχείο σε βάρος των ορθόδοξων. Ο διορισμός του ΝτεΒέκκι, το Δεκέμβριο του 1936, ως πολιτικού και στρατιωτικού διοικητή της Δωδεκανήσου επιδεινώνει την κατάσταση. Κλείνουν τα ελληνικά σχολεία και η Παιδεία προσαρμόζεται, ως προς τη διδακτέα ύλη, με εκείνη της Μητροπολιτικής Ιταλίας.
    Πολλοί Δωδεκανήσιοι, με πρώτη ευκαιρία εγκαταλείπουν την πατρώα γη, κι έτσι ο πληθυσμός των νησιών από 143.080 που ανερχόταν το 1912, μειώθηκε στις 100.180. Αρχές, δε, του 1939 ο Μουσολίνι με τους συνεργάτες εκπονεί σχέδιο εγκατάστασης στη Δωδεκάνησο εντός μιας πενταετίας 100.000 φασιστών. Λόγω, όμως, κήρυξης του Β' Παγκόσμιου Πολέμου αρχές Σεπτεμβρίου του ίδιου χρόνου, το σχέδιο δεν υλοποιείται.
    Η Ελλάδα ποτέ δεν έπαψε να ζητά από την Ιταλία τα Δωδεκάνησα. Ωστόσο, η Ιταλία με παρελκυστική τακτική, λόγω και των συγκυριών του Μεσοπολέμου κατά τον 20ό αιώνα, κατάφερε να κρατήσει το όλο θέμα σε εκκρεμότητα μέχρι το 1940, οπότε κήρυξε τον Οκτώβριο τον πόλεμο στην Ελλάδα.

    Η νικηφόρα, όμως, λήξη του Β' Παγκόσμιου Πολέμου ανέτρεψε τις προβλέψεις και τα σχέδια των φασιστών και ήδη από το 1944 άρχισε η Απελευθέρωση ορισμένων μικρών νησιών.
    Στις 8 Σεπτεμβρίου 1943 η Ιταλία γονατίζει υπό το βάρος της ήττας της και την αυγή της επόμενης ημέρας αποβιβάζονται στην ευλίμενη περιοχή του Καστελλορίζου ικανός αριθμός από βρετανικά μητροπολιτικά και αυτοκρατορικά στρατεύματα.
    Στις 13 του αυτού μήνα εισπλέει το ελληνικό αντιτορπιλικό Παύλος Κουντουριώτης  έμφορτο στρατού. Από τότε, οι Καστελλορίζιοι και η Πολιτεία, αναγνωρίζουν την ημέρα αυτή, ως χρονικό σταθμό της Απελευθέρωσης του πρώτου ελληνικού εδάφους.
    Την 8η Μαΐου 1945 ο Γερμανός Στρατηγός Wagener, Αρχηγός των κατοχικών δυνάμεων του δωδεκανησιακού συμπλέγματος, υπογράφει στη Σύμη την άνευ όρων παράδοση της Δωδεκανήσου, παρουσία του Αγγλου Ταξίαρχη Moffat, του Συνταγματάρχη Acland και του Διοικητή του Ιερού Λόχου Ελληνα Συνταγματάρχη Χρήστου Τσιγάντε.
    Με την πράξη αυτή ολοκληρώθηκε η αγγλική κατοχή της Δωδεκανήσου. Η διαδικασία που προηγήθηκε, καθώς και η υπογραφή του Πρακτικού της παράδοσης έγιναν σε ένα παλιό αρχοντικό της Σύμης, το οποίο χρησιμοποιούσαν οι Σύμμαχοι, ως έδρα Διοίκησης και στο οποίο υπάρχει σήμερα εντοιχισμένη αναμνηστική πλάκα.
    Στις 9 Μαΐου αγγλικές Δυνάμεις με άνδρες του Ιερού Λόχου αποβιβάζονται στη Ρόδο. Εγκαθίσταται η αγγλική Διοίκηση Δωδεκανήσου, οπότε τερματίζεται και η τελευταία κατοχή, την οποία εκπροσωπούσαν οι Γερμανοφασίστες.
    Η ομόφωνη, κατ’ αρχήν, Συμφωνία για την παραχώρηση της Δωδεκανήσου στην Ελλάδα αποφασίστηκε στις 27 Ιουνίου 1946 στο Παρίσι, από το Συμβούλιο των Υπουργών των Εξωτερικών των νικητριών Μεγάλων Δυνάμεων. Η απόφαση, όμως, αυτή δεν έτυχε άμεσης εφαρμογής, γιατί έπρεπε να προηγηθεί η επικύρωση της Συνθήκης μεταξύ της Ελλάδας και Ιταλίας.

    Στις 2 Φεβρουαρίου 1947, υπογράφεται Συνθήκη Ειρήνης Ιταλίας και Συμμάχων και στο άρθρο 14 αναφέρεται: Η Ιταλία εκχωρεί εις την Ελλάδα εν πλήρη κυριαρχία τας νήσους της Δωδεκανήσου: Αστυπάλαια, Ρόδο, Χάλκη, Κάρπαθο, Κάσο, Τήλο, Νίσυρο, Κάλυμνο, Λέρο, Πάτμο, Σύμη, Κω και Καστελλόριζο, ως και τας παρακειμένας νησίδας».

    Την 31 Μαρτίου 1947 ο Αγγλος Ταξίαρχος Parker υπογράφει στη Ρόδο το πρωτόκολλο παράδοσης της Δωδεκανήσου στον Ελληνα Στρατιωτικό Διοικητή Αντιναύαρχο Περικλή Ιωαννίδη.

    Στο πρωτόκολλο αυτό αναφέρονται τα εξής: «Η κατοχή της Δωδεκανήσου την μεσημβρίαν από την Βρετανική Στρατιωτική Διοίκησιν εις την Ελληνικήν τοιαύτην, συμφώνως προς τους όρους της Συμφωνίας της υπογραφείσης εν Αθήναις υπό των Αντιπροσώπων των Κυβερνήσεων Μεγάλης Βρετανίας και Ελλάδος».


     

    Στις 22 Οκτωβρίου 1947 επικυρώνεται η Συνθήκη Ελλάδας-Ιταλίας και στις 28 του ίδιου μήνα γίνεται η προσάρτηση και η Δωδεκάνησος αποτελεί, πλέον, ελληνικό έδαφος. Δεν έμενε, παρά να οριστεί η επίσημη, τυπική τελετή της Ενσωμάτωσης.

    Στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως 7-9/1/1948 δημοσιεύεται ο Νόμος 518/48 «περί ποσαρτήσεως της Δωδεκανήσου εις την Ελλάδα», ο οποίος στην πρώτη παράγραφο του μόνου άρθρου αναφέρει: «Αι νήσοι της Δωδεκανήσου Ρόδος, Κάλυμνος, Κάρπαθος, Αστυπάλαια, Νίσυρος, Πάτμος, Χάλκη, Κάσος, Τήλος,Σύμη, Κως, Λέρος και Καστελλόριζον, ως και αι παρακείμεναι νησίδες είναι προσηρτημέναι εις το Ελληνικόν Κράτος από της 28ης Οκτωβρίου 1947».

    Στις 7 Μαρτίου 1948, με την παρουσία του επίσημου Ελληνικού Κράτους, ήτοι του Ανώτατου Άρχοντα, των Μελών της Κυβέρνησης και της Στρατιωτικής Ηγεσίας επισφραγίζεται σε επίσημη τελετή η Ενσωμάτωση της Δωδεκανήσου με την Ελλάδα. Ήταν η ημέρα της δικαίωση των αγώνων και της ανταμοιβής των θυσιών του δωδεκανησιακού λαού.Υστερα από 638 χρόνια σκλαβιάς...



    http://www.imvrosisland.org/UserFiles/Image/_images/history/Imbros-Gold-Cup.jpg

    Ίμβρος - Τένεδος

    Τα δυο αυτά νησιά δεν είχαν την ίδια τύχη με τα υπόλοιπα:
    Κατά την υπογραφή της Συνθήκης των Σεβρών τα νησιά, που κατοικούνταν κατ' απόλυτη σχεδόν πλειοψηφία από Έλληνες, παραχωρήθηκαν στην Ελλάδα. Μετά την ήττα όμως της Ελλάδας στο Μικρασιατικό Πόλεμο και την πτώση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας που ακολούθησε, κατά την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάνης η Τένεδος μαζί με την Ίμβρο προσαρτήθηκε στη Τουρκία. Τα δυο νησιά, κατά το 14ο άρθρο της Συνθήκης, θα απολάμβαναν καθεστώς αυτονομίας, με δική τους αστυνομία και τοπική κυβέρνηση, ενώ οι Έλληνες που ζούσαν εκεί εξαιρέθηκαν από την ανταλλαγή πληθυσμών. Οι όροι της Συνθήκης παρ' όλα αυτά δεν τηρήθηκαν. Περιουσιακά στοιχεία των Ελλήνων δημεύτηκαν, ναοί βεβηλώθηκαν και το ελληνικό σχολείο έκλεισε, για λόγους ασφαλείας σύμφωνα με το Τουρκικό κράτος, ενώ η θέση τους υποβαθμίστηκε, ιδιαίτερα μετά την όξυνση στις σχέσεις Ελλάδας-Τουρκίας τη δεκαετία του '60.
    Τα τελευταία χρόνια γίνονται πολλές προσπάθειες για να σωθεί ό,τι είναι δυνατό να σωθεί. Χιλιάδες Ιμβρίων συρρέουν κάθε χρόνο από όλα τα μέρη του κόσμου στο νησί, για τον εορτασμό της Κοίμησης της Θεοτόκου, το Δεκαπενταύγουστο. Τον τελευταίο καιρό η επιστροφή αυτή πραγματοποιείται με ολοένα αυξανόμενους ρυθμούς. Γίνονται έργα για την αναστήλωση των εκκλησιών και των σχολείων. Οργανώνονται πανηγύρια σύμφωνα με τα έθιμα και τις παραδόσεις, αναβιώνοντας έτσι τον ορθόδοξο χαρακτήρα του νησιού. Πραγματοποιούνται καλλιτεχνικές εκδηλώσεις, εκθέσεις φωτογραφιών, ποδοσφαιρικοί αγώνες και κάποιοι αποτολμούν επανεγκατάσταση στην πατρίδα και ξεκίμημα νέας ζωής.

    Όσον αφορά την Τένεδο, τα τελευταία χρόνια έχει δοθεί έμφαση στην τουριστική ανάπτυξη και πολλά από τα παλιά ελληνικά σπίτια έχουν μετατραπεί σε ξενώνες ή σε διάφορα καταστήματα.
    Είναι χαρακτηριστικό πως πριν από λίγα μόλις χρόνια απαγορευόταν να χρησιμοποιείται το ελληνικό όνομα του νησιού, παρά μόνο η μετέπειτα τουρκική μετονομασία του «Bozcaada» αναφερόταν και αναγραφόταν παντού. Όταν όμως οι Τούρκοι συνειδητοποίησαν πως ο τουρισμός φέρνει μεγάλα έσοδα στο νησί, και πως με το όνομα Bozcaada δεν είχαν και μεγάλη τύχη, άρχισαν να προβάλουν και το όνομα «Τένεδος», και κατ’ επέκταση και την αρχαιοελληνική και μεταγενέστερη ιστορία του νησιού.




    Πηγές
    Εφημερίδα Έθνος 1998
    Εφημερίδα Ροδιακή
    Wikipedia
    Νηρικός blog
    Τένεδος,tenedos-ege.com/gr
    Σύλλογος Ιμβρίων Imvrosisland.org

    ======================================================

     

    Translate this page: EN FR DE ES RU AR
    Τα Δωδεκάνησα ήταν από αρχαιοτάτων χρόνων δεμένα με τις τύχες του Ελληνισμού. Εν τούτοις, μόλις το 1947 ενσωματώθηκαν στο ελληνικό κράτος.

    Εξαιτίας της γεωγραφικής τους θέσης δέχθηκαν καταστρεπτικές επιδρομές… από τους Πέρσες, τους Σαρακηνούς, τους Βενετούς, τους Γενουάτες, τους Σταυροφόρους και τους Τούρκους (Σελτζούκους και Οθωμανούς). Από το 1309 περιήλθαν στην εξουσία των Ιωαννιτών Ιπποτών και έμειναν υπό την κυριαρχία τους έως το 1522, οπότε καταλήφθηκαν από τους Οθωμανούς Τούρκους.

    Με την έναρξη του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα του 1821, τα Δωδεκάνησα επαναστάτησαν, αλλά το 1830 επιστράφηκαν μαζί με τη Σάμο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, με αντάλλαγμα την Εύβοια, η οποία ενσωματώθηκε στο ελεύθερο ελληνικό κράτος.
    ceb4cf89ceb4ceb5cebaceaccebdceb7cf83ceb1 (1)
    Περιοριζόμαστε στην περιληπτική διαχρονική πορεία από την τούρκικη κατοχή. Είναι γνωστό, ότι στη διάρκεια της τουρκοκρατίας τα Δωδεκάνησα ήταν στο μεγαλύτερο χρονικό διάστημα αυτόνομη και αυτοδιοίκηση περιοχή. Ωστόσο, κατά τον διακανονισμό των συνόρων του 1830, τα Δωδεκάνησα περιήλθαν στην Τουρκία μαζί με τη Σάμο, με αντάλλαγμα την Εύβοια, την οποία κρατούσαν ακόμη οι Τούρκοι.
    Στις 29 Σεπτεμβρίου του 1911 η Ιταλία, προκειμένου να καταστήσει την Τριπολίτιδα και την Κυρηναϊκή (τη σημερινή Λιβύη) αποικία της, κήρυξε τον πόλεμο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, καθόσον η τελευταία είχε υπό την κυριαρχία της τα προαναφερθέντα εδάφη.
    Και για να εμποδιστεί ο ανεφοδιασμός των Αράβων πολεμιστών από τους Τούρκους, με τη δικαιολογία, ότι οι εκεί παράκτιες αραβικές φυλές πρόβαλλαν αντίσταση στα ιταλικά στρατεύματα, οι Ιταλοί κατέλαβαν τα Δωδεκάνησα το Μάιο του 1912, εκτός του Καστελορίζου, υπό τύπον, καθώς έλεγαν, της προσωρινότητας.
    Όταν ο ιταλοτουρκικός πόλεμος τελείωσε, η συνθήκη ειρήνης πρόβλεπε και μεν να παραχωρηθούν στους Ιταλούς τα οθωμανικά εδάφη στην Αφρική, όπου υπήρχαν ιταλικά εμπορικά και άλλα ζωτικά συμφέροντα, οι ιταλοί, όμως, θα έπρεπε να εκκενώσουν τα Δωδεκάνησα, που είχαν καταλάβει, ως προαναφέρεται.
    Έτσι, ενώ οι Ιταλοί πήραν αυτό που ήθελαν, ωστόσο, δεν έφυγαν από τα δωδεκανησιακά εδάφη.
    • Στις 29 Ιουλίου 1919 υπογράφεται Συνθήκη μεταξύ των Κυβερνήσεων Ελλάδας-Ιταλίας. Η Συνθήκη αυτή, γνωστή υπό το όνομα Tittoni-Βενιζέλου, αναπτέρωσε τις ελπίδες του δωδεκανησιακού λαού, καθόσον, σύμφωνα με τους όρους της, η Ιταλία παραχωρούσε στην Ελλάδα αμέσως την κυριαρχία της Δωδεκανήσου, εκτός της Ρόδου, η οποία θα παραδιδόταν μετά πενταετία με Δημοψήφισμα. Με την ίδια Συνθήκη η Ιταλία, εκτός από τα Δωδεκάνησα, παραχωρούσε στην Ελλάδα και τη Βόρειο Ήπειρο.

    Ένα χρόνο αργότερα, στις 22 Ιουλίου 1920, καταγγέλλεται από την Ιταλία η προαναφερθείσα Συνθήκη. Τον Αύγουστο, όμως, του ίδιου έτους υπογράφεται η Συνθήκη των Σεβρών και με τη συμφωνία Bonino-Βενιζέλου επικυρώνεται, σχεδόν, η προηγούμενη Tittoni-Βενιζέλου, με τη διαφορά ότι το Δημοψήφισμα για τη Ρόδο θα διενεργείτο μετά 15 χρόνια.

    dodekanisa-1-

    Η ζηλότυπη, όμως, μοίρα του δωδεκανησιακού λαού θέλησε άλλη τροπή των πραγμάτων. Με την πτώση του Ελευθερίου Βενιζέλου, το Νοέμβριο του 1920 και αφού εν τω μεταξύ μεσολάβησε η Μικρασιατική καταστροφή του 1922, η Ιταλία καταγγέλλει τη Συνθήκη των Σεβρών και αθετεί, εκ νέου, την υπογραφή της.

    Με τη Συνθήκη της Λωζάνης, 24 Ιουλίου 1923, η Τουρκία παραχωρεί στην Ιταλία τα δικαιώματά της στα Δωδεκάνησα, κι έτσι μονιμοποιείται η ιταλική κατοχή.
    Εν τω μεταξύ, με την άνοδο στην εξουσία του φασισμού στην Ιταλία τον Οκτώβριο του 1922, ο Μουσολίνι αντιμετώπιζε το δωδεκανησιακό σύμπλεγμα, ως ιταλική, πλέον, κτήση και με διάφορα μέτρα προσπαθούσε να καταπνίξει το ελληνικό φρόνημα, ενισχύοντας και το καθολικό στοιχείο σε βάρος των ορθόδοξων.

    Ο διορισμός του ΝτεΒέκκι, το Δεκέμβριο του 1936, ως πολιτικού και στρατιωτικού διοικητή της Δωδεκανήσου επιδεινώνει την κατάσταση. Κλείνουν τα ελληνικά σχολεία και η Παιδεία προσαρμόζεται, ως προς τη διδακτέα ύλη, με εκείνη της Μητροπολιτικής Ιταλίας.

    Πολλοί Δωδεκανήσιοι, με πρώτη ευκαιρία εγκαταλείπουν την πατρώα γη, κι έτσι ο πληθυσμός των νησιών από 143.080 που ανερχόταν το 1912, μειώθηκε στις 100.180.


    Αρχές, δε, του 1939 ο Μουσολίνι με τους συνεργάτες εκπονεί σχέδιο εγκατάστασης στη Δωδεκάνησο εντός μιας πενταετίας 100.000 φασιστών. Λόγω, όμως, κήρυξης του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου αρχές Σεπτεμβρίου του ίδιου χρόνου, το σχέδιο δεν υλοποιείται.

    dodekanisa-6-

    Η Ελλάδα ποτέ δεν έπαψε να ζητά από την Ιταλία τα Δωδεκάνησα. Ωστόσο, η Ιταλία με παρελκυστική τακτική, λόγω και των συγκυριών του Μεσοπολέμου κατά τον 20ό αιώνα, κατάφερε να κρατήσει το όλο θέμα σε εκκρεμότητα μέχρι το 1940, οπότε κήρυξε τον Οκτώβριο τον πόλεμο στην Ελλάδα.

    Η νικηφόρα, όμως, λήξη του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου ανέτρεψε τις προβλέψεις και τα σχέδια των φασιστών και ήδη από το 1944 άρχισε η Απελευθέρωση ορισμένων μικρών νησιών.

    Στις 8 Σεπτεμβρίου 1943 η Ιταλία γονατίζει υπό το βάρος της ήττας της και την αυγή της επόμενης ημέρας αποβιβάζονται στην ευλίμενη περιοχή του Καστελλορίζου ικανός αριθμός από βρετανικά μητροπολιτικά και αυτοκρατορικά στρατεύματα.

    Στις 13 του αυτού μήνα εισπλέει το ελληνικό αντιτορπιλικό Παύλος Κουντουριώτης έμφορτο στρατού. Από τότε, οι Καστελλορίζιοι και η Πολιτεία, αναγνωρίζουν την ημέρα αυτή, ως χρονικό σταθμό της Απελευθέρωσης του πρώτου ελληνικού εδάφους.

    Την 8η Μαΐου 1945 ο Γερμανός Στρατηγός Wagener, Αρχηγός των κατοχικών δυνάμεων του δωδεκανησιακού συμπλέγματος, υπογράφει στη Σύμη την άνευ όρων παράδοση της Δωδεκανήσου, παρουσία του Αγγλου Ταξίαρχη Moffat, του Συνταγματάρχη Acland και του Διοικητή του Ιερού Λόχου Ελληνα Συνταγματάρχη Χρήστου Τσιγάντε.

    Με την πράξη αυτή ολοκληρώθηκε η αγγλική κατοχή της Δωδεκανήσου. Η διαδικασία που προηγήθηκε, καθώς και η υπογραφή του Πρακτικού της παράδοσης έγιναν σε ένα παλιό αρχοντικό της Σύμης, το οποίο χρησιμοποιούσαν οι Σύμμαχοι, ως έδρα Διοίκησης και στο οποίο υπάρχει σήμερα εντοιχισμένη αναμνηστική πλάκα.
    52ab04c8d1585b7258b5dbb6a6f00054
    Στις 9 Μαΐου αγγλικές Δυνάμεις με άνδρες του Ιερού Λόχου αποβιβάζονται στη Ρόδο. Εγκαθίσταται η αγγλική Διοίκηση Δωδεκανήσου, οπότε τερματίζεται και η τελευταία κατοχή, την οποία εκπροσωπούσαν οι Γερμανοφασίστες.

    Στις 15 Μαΐου 1945, ο Αντιβασιλέας-Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος Δαμασκηνός, πριν ακόμη εκδηλωθούν επίσημα οι αποφάσεις των νικητών του Πολέμου για την παραχώρηση του δωδεκανησιακού συμπλέγματος, κηρύσσει στη Ρόδο τον αρραβώνα της Δωδεκανήσου με τη Μητέρα-Πατρίδα.

    Η ομόφωνη, κατ’ αρχήν, Συμφωνία για την παραχώρηση της Δωδεκανήσου στην Ελλάδα αποφασίστηκε στις 27 Ιουνίου 1946 στο Παρίσι, από το Συμβούλιο των Υπουργών των Εξωτερικών των νικητριών Μεγάλων Δυνάμεων. Η απόφαση, όμως, αυτή δεν έτυχε άμεσης εφαρμογής, γιατί έπρεπε να προηγηθεί η επικύρωση της Συνθήκης μεταξύ της Ελλάδας και Ιταλίας.

    Στις 2 Φεβρουαρίου 1947, υπογράφεται Συνθήκη Ειρήνης Ιταλίας και Συμμάχων και στο άρθρο 14 αναφέρεται: Η Ιταλία εκχωρεί εις την Ελλάδα εν πλήρη κυριαρχία τας νήσους της Δωδ/σου: Αστυπάλαια, Ρόδο, Χάλκη, Κάρπαθο, Κάσο, Τήλο, Νίσυρο, Κάλυμνο, Λέρο, Πάτμο, Σύμη, Κω και Καστελλόριζο, ως και τας παρακειμένας νησίδας».

    Την 31 Μαρτίου 1947 ο Αγγλος Ταξίαρχος Parker υπογράφει στη Ρόδο το πρωτόκολλο παράδοσης της Δωδεκανήσου στον Ελληνα Στρατιωτικό Διοικητή Αντιναύαρχο Περικλή Ιωαννίδη.

    frahb

    Στο πρωτόκολλο αυτό αναφέρονται τα εξής: «Η κατοχή της Δωδεκανήσου την μεσημβρίαν από την Βρετανική Στρατιωτική Διοίκησιν εις την Ελληνικήν τοιαύτην, συμφώνως προς τους όρους της Συμφωνίας της υπογραφείσης εν Αθήναις υπό των Αντιπροσώπων των Κυβερνήσεων Μεγάλης Βρετανίας και Ελλάδος».

    Η Στρατιωτική Ελληνική Διοίκηση ήταν μεταβατική περίοδος μέχρι την Ενσωμάτωση.

    Στις 22 Οκτωβρίου 1947 επικυρώνεται η Συνθήκη Ελλάδας-Ιταλίας και στις 28 του ίδιου μήνα γίνεται η προσάρτηση και η Δωδεκάνησος αποτελεί, πλέον, ελληνικό έδαφος. Δεν έμενε, παρά να οριστεί η επίσημη, τυπική τελετή της Ενσωμάτωσης.

    Στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως 7/9.1.1948 δημοσιεύεται ο Νόμος 518/48 «περί ποσαρτήσεως της Δωδεκανήσου εις την Ελλάδα», ο οποίος στην πρώτη παράγραφο του μόνου άρθρου αναφέρει: «Αι νήσοι της Δωδεκανήσου Ρόδος, Κάλυμνος, Κάρπαθος, Αστυπάλαια, Νίσυρος, Πάτμος, Χάλκη, Κάσος, Τήλος,Σύμη, Κως, Λέρος και Καστελλόριζον, ως και αι παρακείμεναι νησίδες είναι προσηρτημέναι εις το Ελληνικόν Κράτος από της 28ης Οκτωβρίου 1947».
    Στις 7 Μαρτίου 1948, με την παρουσία του επίσημου Ελληνικού Κράτους, ήτοι του Ανώτατου Άρχοντα, των Μελών της Κυβέρνησης και της Στρατιωτικής Ηγεσίας επισφραγίζεται σε επίσημη τελετή η Ενσωμάτωση της Δωδεκανήσου με την Ελλάδα. Ήταν η ημέρα της δικαίωση των αγώνων και της ανταμοιβής των θυσιών του δωδεκανησιακού λαού.

    ====================================================== 

    Δεν υπάρχουν σχόλια: