ΕΝΝΟΙΑ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥ ΑΣΥΛΟΥ.
Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΣΦΥΓΑ ΚΑΙ ΤΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΑΣΥΛΟ
∆ΙΑΓΡΑΜΜΑ ΥΛΗΣ
1.ΕΙΣΑΓΩΓΗ-ΟΡΙΣΜΟΣ
2.∆ΙΑΚΡΙΣΗ ΑΠΟ ΠΑΡΕΜΦΕΡΕΙΣ ΕΝΝΟΙΕΣ
3.ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ
4.ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
5.ΟΡΙΣΜΟΣ ΠΡΟΣΦΥΓΑ
6.ΕΙ∆Η ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ
7.ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΠΕΡΙ ΑΣΥΛΟΥ ∆ΙΕΘΝΩΝ ∆ΙΑΤΑΞΕΩΝ
8.Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ NON-REFOULEMENT
9.ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΟΥ ΑΣΥΛΟΥ
10.ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ - ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
1. Εισαγωγή
1.Η περίπτωση του ηγέτη του Εθνικού Απελευθερωτικού
Μετώπου του Κουρδιστάν Αµπντουλάχ Οτσαλάν, ο οποίος αναζήτησε
άσυλο στην Ιταλία αφού προηγουµένως είχε γίνει αποδέκτης αρνητικών
απαντήσεων για παροχή ασύλου από τρεις χώρες στις οποίες είχε
καταφύγει, επανέφερε µε τον πλέον τραγικό τρόπο στην επικαιρότητα το
νοµικό ζήτηµα αλλά και τα προβλήµατα που συνδέονται µε την έννοια
του ασύλου και του πολιτικού πρόσφυγα (για την ιστορία οι Ιταλικές
αρχές τον επαναπροώθησαν σε χώρα της -αναγκαστικής πλέον- επιλογής
του).
2. Ετυµολογικά η λέξη άσυλο προέρχεται από το ρήµα α-συλάω-ώ
= προστατεύοµαι από την σύλη, την διαρπαγή, την λεηλάτηση, την
λαφυραγώγηση, την αποστέρηση. Το άσυλο υποδηλώνει δηλ. την παροχή
2
ασφάλειας, καταφύγιου, την παραµονή προσώπου σε περιβάλλον
προστασίας και εγγύησης.
3. Η λέξη άσυλο συναντάται σε πολλούς τοµείς της πολιτειακής
και κοινωνικής ζωής. Αναφερόµαστε σε πολιτικό άσυλο, σε
πανεπιστηµιακό άσυλο, σε άσυλο κατοικίας, σε διπλωµατικό ασυλία, σε
βουλευτική ασυλία κλπ.
4. Ως άσυλο ορίζεται, λοιπόν, ο χώρος εκείνος, στον οποίο
καταφεύγει κανείς και εξασφαλίζει την φυσική και ηθική του
ακεραιότητα, την προστασία της αξιοπρέπειας του και την ελευθερία της
έκφρασης του.
5. Η προσέγγιση του, αναγκαστικά σύντοµου, παρόντος
σηµειώµατος αφορά το λεγόµενο πολιτικό άσυλο. Η αποδοχή ενός
αλλοδαπού στο έδαφος ενός Κράτους και η παροχή προς αυτόν
εγγυήσεων και προστασίας έναντι των κινδύνων που αντιµετωπίζει
συνιστά χορήγηση πολιτικού ασύλου. Βέβαια ο ορισµός αυτός είναι
νοµικά ατελής και ουσιαστικά συµπληρώνεται και εξειδικεύεται µε την
παράλληλη αναφορά στην έννοια του πρόσφυγα.
2.∆ιάκριση από παρεµφερείς-συναφείς έννοιες. 1. Η έννοια του διπλωµατικού ασύλου («περί του οποίου η ύπαρξη εθιµικού κανόνος είναι λίαν αµφίβολος», βλ. σχετικά Κ.Π. Οικονοµίδου «Απαραβίαστον και ετεροδικία των διπλωµατικών υπαλλήλων», 1975, σελ. 37 επόµ.) αναφέρεται στην περίπτωση που κάποιο Κράτος προστατεύει αλλοδαπούς που έχουν καταφύγει στον χώρο κάποιας πρεσβείας του ή διπλωµατικής αποστολής του ή ακόµη και σε πλοία που φέρουν σηµαία του Κράτους. (βλ. σχετικά και Ε. Ρούκουνα ∆ιεθνές ∆ίκαιο, ΙΙΙ, 1985, σελ. 27 αλλά και Κ.Π. Οικονοµίδου ό.π. σελ. 49, 147, 3 161, για µια εκτενή αναφορά στο όλο θέµα και στα προβλήµατα που προκύπτουν από την εφαρµογή του). Αυτονόητο είναι ότι δεν έχουν σχέση µε το πολιτικό άσυλο η ετεροδικία, η immunity from jurisdiction, (βλ. σχετικά Κ.Π. Οικονοµίδου ό.π. σελ. 165 επόµ. για τον ορισµό και τις συνέπειες της ποινικής και της αστικής ετεροδικίας, και ακόµη Γ.Α. Μαγκάκη «Ποινικό ∆ίκαιο» γενικό µέρος, 1981, σελ. 356 επόµ.), οι διπλωµατικές ασυλίες και τα προνόµια, δηλ. το ειδικό καθεστώς που επιφυλάσσεται σε ορισµένα πρόσωπα από το διεθνές δίκαιο για να εξασφαλίζεται η απρόσκοπτη άσκηση του λειτουργήµατος των διπλωµατικών και προξενικών αρχών στην χώρα διαπιστεύσεως τους (βλ. σχετικά Κ.Π. Οικονοµίδου ό.π. σελ. 123 και 132 για την ρήτρα της προσωπικής ασυλίας και σελ. 231 για την ασυλία εκτελέσεως, immanity from execution, σχετικά δε µε το εδαφικό άσυλο βλ. και A. GrahlMadsen «Territorial Asylum», S.I.I.L. Upsala, 1978). 2. Η έννοια της βουλευτικής ασυλίας, (Συνταγµατικά κατοχυρωµένη), αναφέρεται στο, (από άποψη ποινικής, αστικής, πειθαρχικής και πολιτικής), ανεύθυνο των βουλευτού και στην ειδική προστασία του προσώπου του. Με τον τρόπο αυτό διασφαλίζεται η ανεξαρτησία της γνώµης του και η προστασία της προσωπικής του ελευθερίας. (βλ. σχετικά µε τις βουλευτικές ασυλίες Α. Ράϊκου «Παραδόσεις Συνταγµατικού ∆ικαίου», τ. Α, έκδοση 7η , σελ. 193 επόµ.) 3. Το άσυλο της κατοικίας, επίσης Συνταγµατικά κατοχυρωµένο, αφορά το αγαθό της οικιακής ειρήνης απέναντι στην κρατική εξουσία. Η δε παραβίαση του προσβάλλει την ειρήνη, την ησυχία και την ασφάλεια του τόπου της ιδιωτικής διαµονής, (βλ. σχετικά Αιτιολογική Έκθεση 1933, σελ. 498 κα ΒουλΣυµβΠληµΚοζάνης 134/1984, µε παρατηρήσεις Λ. Μαργαρίτη, Αρµενόπουλος ΛΗ, σελ. 1009). Το δε πανεπιστηµιακό άσυλο προστατεύει την ελευθερία έκφρασης, διδασκαλίας, έρευνας και 4 διακίνησης ιδεών και κατοχυρώνει την ανάπτυξη γόνιµων προβληµατισµών από τα µέλη της πανεπιστηµιακής κοινότητας (βλ. σχετικά γνωµοδότηση Α. Ζύγουρα Αρµενόπουλος 1989, σελ. 420). 3.Σύντοµη ιστορική επισκόπηση 1. Η ίδια η ετυµολογική προέλευση της λέξης άσυλο παραπέµπει στο αρχικό περιεχόµενο του όρου, το οποίο υποδήλωνε ιερό χώρο καταφυγής. Η σύλη, το σύλον σήµαιναν το δικαίωµα εγγραφής υποθήκης, το δικαίωµα κατάσχεσης κατά κάποιον τρόπο, το δικαίωµα να προβαίνει κανείς σε αντεκδίκηση, σε αντίποινα. Η παραβίαση δε του «ιερού» ασύλου συνιστούσε ιεροσυλία. 2. Ο ∆ίας προστάτευε του ικέτες και του ζητούντες έλεος και άσυλο φυγάδες, (βλ. Οδύσσεια Ζ, στιχ. 207-209), πολλές φορές µάλιστα γινόταν και εξαγνιστής των ενόχων δολοφονίας, κληθείς για τον λόγο αυτό και Καθάρσιος (βλ. και Αισχύλου Ικέτιδες, στιχ. 615-616, περί του «Ικεσίου ∆ιός»). Ο Πλούταρχος επεσήµαινε µάλιστα ότι η ιδέα της νοµικής ενότητας του ανθρώπινου γένους παραµένει πλήρως ισχυρή σαν αξίωση του ορθού λόγου (βλ. σχετικά Ν. Μ. Πασχαλίδη «Αεροπειρατεία και πολιτικό άσυλο», Αρµενόπουλος 1992, σελ. 292) ανεξάρτητα από την ατελή µέχρι σήµερα πλήρωση της. Ηδη δε από τον 8ο π.Χ. αιώνα, υπό την επίδραση θρησκευτικών πεποιθήσεων είχε θεσµοθετηθεί εθιµικά η έννοια του ικέτη (ίκω-ικνούµαι), του προσώπου που καταφεύγει σε κάποιον για να ζητήσει προστασία και υπεράσπιση από αυτούς που τον καταδιώκουν. 3. Αναφορά στην ηθικότητα του θεσµού του πολιτικού ασύλου (όχι µε την σηµερινή µορφή του) βρίσκονται και στο άρθρο 21 του Συντάγµατος της Τροιζήνας «εις την Ελληνικήν επικράτειαν ούτε 5 πωλείται, ούτε αγοράζεται άνθρωπος. Αργυρώνητος δε ή δούλος παντός γένους και πάσης θρησκείας, καθώς πατήσει το Ελληνικόν έδαφος, είναι ελεύθερος και από τον δεσπότην αυτού ακαταζήτητος». 4. Από τους 21 πολιτισµούς που έχει γνωρίσει η ανθρωπότητα το άσυλο υπήρξε κατεξοχήν θεσµός των µεσογειακών πολιτισµών (βλ. σχετικά και W. Ryan «The Historical Case for the Right of Sanctuary», Journal of Ghurch and State 1987, 213), και δη του Αιγυπτιακού, του Ελληνικού, του Ιουδαϊκού και του Αραβικού. Ενώ δε, κατά την αρχαιότητα λειτούργησε στις µεταξύ των πόλεων σχέσεις, κατά τον Μεσαίωνα εξαφανίστηκε (βλ. σχετικά Ε. Ρούκουνας σελ. 251), µε εξαίρεση ως προς την εκκλησία και τους τόπους λατρείας γενικότερα, κατά δε τον χρόνο της Αναγέννησης αγνοήθηκε και διατηρώντας τον θρησκευτικό, κατά βάση, χαρακτήρα του εµφανίστηκε στον 20ο αιώνα ως πολιτική ανάγκη, (βλ. σχετικά Ε. Ρούκουνα «∆ιεθνής προστασία των ανθρωπίνων δικαιωµάτων» Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 1995, σελ. 251). 5. Στο Γαλλικό Σύνταγµα του 1793, στο άρθρο 120, εµφανίζεται το άσυλο για πρώτη φορά ως δικαίωµα του Κράτους να παρέχει καταφύγιο σε κάθε υπήκοο άλλου Κράτους, του οποίου η ζωή ή η ελευθερία κινδυνεύει. Προέβλεπε µάλιστα και µια σηµαντική (από πολιτικής και ηθικής άποψης) εξαίρεση, δεν αφορούσε την περίπτωση των τυράννων (βλ. σχετικά ∆. Ζωγραφόπουλου, Σ. Παπαπολυχρονίου, Ι. Κίκιρα «Το πολιτικό άσυλο», Εφαρµογές ∆ηµοσίου ∆ικαίου, 1992, σελ. 446) 4.Νοµοθετικά κείµενα 1. Το δικαίωµα του ασύλου περιλαµβάνεται στο άρθρο 14 της Οικουµενικής ∆ιακήρυξης των ∆ικαιωµάτων του Ανθρώπου του 1948 (βλ. σχετικά «∆ιεθνείς Συµβάσεις για τα Ανθρώπινα ∆ικαιώµατα», 6 έκδοση της Εθνικής Τράπεζας, 1982, σελ. 23), «κάθε άτοµο που καταδιώκεται έχει δικαίωµα να ζητά άσυλο και να του παρέχεται άσυλο σε άλλες χώρες». Η Σύµβαση της Γενεύης του 1951 περί του καθεστώτος των προσφύγων (βλ. σχετικά «Συλλογή συµβάσεων και κειµένων διεθνούς δικαίου, αναφορικά µε τους πρόσφυγες» έκδοση του Γραφείου του ∆ιεθνούς Τµήµατος προστασίας της Ύπατης Αρµοστείας των Ηνωµένων Εθνών για τους πρόσφυγες 1996, σελ. 10 και 41 επόµ.) είναι το σηµαντικότερο νοµοθετικό κείµενο, το οποίο συµπληρώνεται από το Πρωτόκολλο της Νέας Υόρκης του 1967. 2. Σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης το σηµαντικότερο κείµενο είναι η Σύµβαση του ∆ουβλίνου του 1990, «Περί καθορισµού του Κράτους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αιτήσεως παροχής ασύλου, η οποία υποβάλλεται σ΄ ένα από τα Κράτη-µέλη των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων». Σηµαντικό στοιχείο αυτής της Σύµβασης είναι ότι η αρνητική απάντηση ενός Κράτους-µέλους ισχύει για όλα τα συµβαλλόµενα µέρη. Παράλληλα στον Ευρωπαϊκό χώρο ισχύει και η σύµβαση του Shengen του 1985 και η συµπληρωµατική της το 1990 (σχετικά µε την «προοδευτική κατάργηση των ελέγχων στα κοινά σύνορα»), στο 7ο κεφάλαιο της οποίας καταγράφονται αναλυτικά οι προϋποθέσεις και οι διαδικασίες απονοµής ασύλου (βλ. σχετικά ΚΝοΒ 1997, σελ. 1268) ενώ άρθρα σχετικά µε το θέµα περιέχει και η συνθήκη του Μάαστριχτ του 1991, Κ1, Κ3, 100Γ (βλ. σχετικά «Η συνθήκη του Μάαστριχτ», του Παντείου Πανεπιστηµίου, εκδόσεις Ι. ΣΙ∆ΕΡΗΣ, 1993, σελ. 325 υπό τον τίτλο «Η συνεργασία των Κρατών µελών της Ε.Ε. στους τοµείς της ∆ικαιοσύνης και των εσωτερικών υποθέσεων», η επιµέλεια του οποίου ανήκει στον Π.Ν. Στάγκο). 3. Σηµαντικότερες περιφερειακές συµβάσεις είναι: η Σύµβαση του Οργανισµού Αφρικανικής Ενότητας του 1969, η Σύµβαση για το εδαφικό 7 άσυλο του 1954 στο Καράκας, η Σύµβαση για το πολιτικό άσυλο του 1933 στο Μοντεβιδέο, και η Σύµβαση της Αβάνας του 1928 (βλ. σχετικά Π. Νάσκου-Περράκη «Το νοµικό καθεστώς των προσφύγων στην Ελληνική και διεθνή έννοµη τάξη», εκδόσεις Α. Σάκκουλα, 1991 σελ. 41 επόµ. και 135 επόµ.) 4. Όσον αφορά την νοµοθετική κατοχύρωση του ασύλου στην Ελληνική έννοµη τάξη λεκτέα τα εξής: το Σύνταγµα του 1975, για πρώτη φορά, εισήγαγε διάταξη προστασίας των αλλοδαπών, στο άρθρο 5 παργρ. 2, εδ. β, σύµφωνα µε την οποία «απαγορεύεται η έκδοση αλλοδαπού που διώκεται για τη δράση του υπέρ της ελευθερίας». Σε κανένα από τα προϊσχύσαντα Συντάγµατα δεν προβλέπονταν ανάλογη διάταξη. 5. Το ζήτηµα που τίθεται σχετικά µε την παραπάνω διάταξη του άρθρου 5 είναι αν µπορεί να συναχθεί από αυτήν ατοµικό δικαίωµα του αλλοδαπού για χορήγηση σ΄ αυτόν πολιτικού ασύλου. 6. Η κρατούσα άποψη (µε κύριους εκφραστές τους Α. Μάνεση «Ατοµικές Ελευθερίες», Α, 1982, σελ. 124-125, Α. Μπρεδήµα «Η αρχή του non-refoulement. Θεωρητικές όψεις και Ελληνική πρακτική», ΝοΒ 1990, σελ. 563 και Π. Παραρά «Το Σύνταγµα 1975. Corpus I, ερµην. 1- 50», εκδόσεις Α. Σάκκουλα, 1982, σελ. 146 επόµ.) θεωρεί ότι δεν γεννάται ούτε κατοχυρώνεται αντίστοιχο ατοµικό δικαίωµα του αλλοδαπού στο πολιτικό άσυλο. ∆ηλ. το δικαίωµα, η δυνατότητα ενός Κράτους να παρέχει σε αλλοδαπούς πολιτικό άσυλο δεν θεµελιώνει αντίστοιχα δικαίωµα για απόλαυση πολιτικού ασύλου. Παρότι δε η παροχή ασύλου τα τελευταία χρόνια συνιστά σύνηθες φαινόµενο, το άσυλο δεν αποτελεί ούτε κανόνα του διεθνούς εθιµικού δικαίου ούτε «γενική αρχή αναγνωρισµένη από τα πολιτισµένα Κράτη», σύµφωνα µε το καταστατικό του ∆ιεθνούς ∆ικαστηρίου της Χάγης, άρθρο 38 (βλ. σχετικά ∆. Ζωγραφόπουλου κλπ., ό.π. σελ. 467). Ως εξισορροπητική 8 αντιστάθµιση η Συνταγµατική διάταξη απαγορεύει την έκδοση του αλλοδαπού σε άλλο Κράτος. 7. Την αντίθετη άποψη υποστηρίζουν, µε µια σειρά επιχειρηµάτων (όπως πχ. η δυνατότητα του αλλοδαπού να ασκήσει κατά της αρνητικής εκτελεστής πράξης του υπουργού ∆ηµόσιας Τάξης το ένδικο µέσο της αίτησης ακύρωσης, η διατύπωση της υπ΄ αριθµ. 5401/1-166958 Υπουργικής Απόφασης «περί διαδικασίας αναγνωρίσεως της ιδιότητος του πρόσφυγος», η προστασία του δικαιώµατος ασύλου από το κοινό δίκαιο, η ερµηνεία -κυρίως- της βούλησης του Συνταγµατικού νοµοθέτη κλπ.) οι Α. Λοβέρδος («Η Συνταγµατική κατοχύρωση του πολιτικού ασύλου. Συµβολή στην ερµηνεία του άρθρου 5 του Σ. του 1975», ΝοΒ 1988, σελ. 38) και ∆. Τσάτσος («Συνταγµατικό ∆ίκαιο, τ. Γ, Θεµελιώδη ∆ικαιώµατα», εκδόσεις Α. Σάκκουλα, 1988, σελ. 167 επόµ.). Ατοµικό δικαίωµα στο πολιτικό άσυλο θεµελιώνεται στην Οµοσπονδιακή ∆ηµοκρατία της Γερµανίας, όπου σύµφωνα µε το άρθρο 16 παργρ. 2 του Θεµελιώδους Νόµου (Συντάγµατος) «οι πολιτικά διωκόµενοι απολαµβάνουν του δικαιώµατος του ασύλου». Ζητήµατα τύψεων αλλά και ηθικής υποχρέωσης (800.000 Γερµανοί κατά την διάρκεια του εθνικοσοσιαλιστικού καθεστώτος είχαν ζητήσει και ανεύρει πολιτικό άσυλο σε χώρες της Ευρώπης και στις ΗΠΑ) οδήγησαν σε µια ριζοσπαστική ρύθµιση, για την οποία καταβάλλονται προσπάθειες «διοικητικού περιορισµού» της (βλ. σχετικά Π.Ν. Στάγκου, ό.π. σελ. 367 επόµ.) Ατοµικό δικαίωµα του αλλοδαπού είναι το πολιτικό άσυλο και στα πλαίσια της Βελγικής έννοµης τάξης (βλ. ενδεικτικά Marc de Kork «Le droit d΄ asile en doit positif belge» Revue des droits l΄ Homme, 1974, σελ. 145). Βέβαια η παροχή ασύλου προϋποθέτει την ύπαρξη πρόσφυγα και την υποβολή αίτησης χορήγησης ασύλου. 9 5.Ορισµός πρόσφυγα 1. Σύµφωνα µε την Σύµβαση της Γενεύης του 1951, πρόσφυγας είναι «κάθε πρόσωπο το οποίο ..... εκ δεδικαιολογηµένου φόβου διώξεως λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, κοινωνικής τάξης, ή πολιτικών πεποιθήσεων ευρίσκεται εκτός της χώρας της οποίας έχει υπηκοότητα και δεν µπορεί ή λόγω του φόβου αυτού δεν επιθυµεί να απολαµβάνει της προστασίας της χώρας ταύτης ή εάν δεν έχει κάποια υπηκοότητα και βρίσκεται εκτός της χώρας της συνήθους διαµονής αυτού και δεν µπορεί ή δεν θέλει να επιστρέψει σ΄ αυτήν..» (βλ. σχετικά και εγχειρίδιο κατάρτισης RLD2 «περί καθορισµού του καθεστώτος του πρόσφυγα», έκδοση του Γραφείου της Ύπατης Αρµοστείας του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες, 1997. Βλ. επίσης την απόφαση του Γερµανικού Ακυρωτικού της 25ης-3-1959, ΚΝοβ 1960, σελ. 289, για την ερµηνεία των διατάξεων της Σύµβασης της Γενεύης και τον ορισµό των εννοιών «άπολις και πρόσφυγας». Βλ. ακόµη και απόφαση Τριµελούς Πληµ/δικείου Μυτιλήνης 585/1993, Ελληνική ∆ικαιοσύνη, 1994, σελ. 235) 2. Αναγκαία παρατήρηση: ο όρος εθνικότητα ερµηνεύεται µε ευρύτητα, έτσι ώστε να περιλαµβάνει, όχι µόνον την ιθαγένεια αλλά και την συµµετοχή σε ιδιαίτερες γλωσσικές, εθνικές, πολιτικές και θρησκευτικές οµάδες (βλ. σχετικά και Νάσκου-Περράκη, ό.π. σελ. 78) 6.Είδη προσφύγων 1. Η έννοια αυτή του πολιτικού πρόσφυγα διακρίνεται από την έννοια του µετανάστη ή του οικονοµικού πρόσφυγα, ο οποίος εγκαταλείπει µια χώρα σε αναζήτηση εργασίας και στην προσπάθεια επίτευξης ενός καλύτερου επιπέδου συνθηκών διαβίωσης. Η επίκληση 10 όµως της ιδιότητας του πολιτικού πρόσφυγα για την παράκαµψη των απαγορευτικών διατάξεων, που αφορούν στην εγκατάσταση και εργασία αλλοδαπών, νοθεύει στην πράξη την έννοια του πολιτικού πρόσφυγα. ∆ιακρίνεται επίσης και από την έννοια του αλλοδαπού. Ο αλλοδαπός απολαµβάνει διπλωµατικής προστασίας από την χώρα της ιθαγένειας του, την οποία στερείται, όµως, ο πολιτικός πρόσφυγας.
2.∆ιάκριση από παρεµφερείς-συναφείς έννοιες. 1. Η έννοια του διπλωµατικού ασύλου («περί του οποίου η ύπαρξη εθιµικού κανόνος είναι λίαν αµφίβολος», βλ. σχετικά Κ.Π. Οικονοµίδου «Απαραβίαστον και ετεροδικία των διπλωµατικών υπαλλήλων», 1975, σελ. 37 επόµ.) αναφέρεται στην περίπτωση που κάποιο Κράτος προστατεύει αλλοδαπούς που έχουν καταφύγει στον χώρο κάποιας πρεσβείας του ή διπλωµατικής αποστολής του ή ακόµη και σε πλοία που φέρουν σηµαία του Κράτους. (βλ. σχετικά και Ε. Ρούκουνα ∆ιεθνές ∆ίκαιο, ΙΙΙ, 1985, σελ. 27 αλλά και Κ.Π. Οικονοµίδου ό.π. σελ. 49, 147, 3 161, για µια εκτενή αναφορά στο όλο θέµα και στα προβλήµατα που προκύπτουν από την εφαρµογή του). Αυτονόητο είναι ότι δεν έχουν σχέση µε το πολιτικό άσυλο η ετεροδικία, η immunity from jurisdiction, (βλ. σχετικά Κ.Π. Οικονοµίδου ό.π. σελ. 165 επόµ. για τον ορισµό και τις συνέπειες της ποινικής και της αστικής ετεροδικίας, και ακόµη Γ.Α. Μαγκάκη «Ποινικό ∆ίκαιο» γενικό µέρος, 1981, σελ. 356 επόµ.), οι διπλωµατικές ασυλίες και τα προνόµια, δηλ. το ειδικό καθεστώς που επιφυλάσσεται σε ορισµένα πρόσωπα από το διεθνές δίκαιο για να εξασφαλίζεται η απρόσκοπτη άσκηση του λειτουργήµατος των διπλωµατικών και προξενικών αρχών στην χώρα διαπιστεύσεως τους (βλ. σχετικά Κ.Π. Οικονοµίδου ό.π. σελ. 123 και 132 για την ρήτρα της προσωπικής ασυλίας και σελ. 231 για την ασυλία εκτελέσεως, immanity from execution, σχετικά δε µε το εδαφικό άσυλο βλ. και A. GrahlMadsen «Territorial Asylum», S.I.I.L. Upsala, 1978). 2. Η έννοια της βουλευτικής ασυλίας, (Συνταγµατικά κατοχυρωµένη), αναφέρεται στο, (από άποψη ποινικής, αστικής, πειθαρχικής και πολιτικής), ανεύθυνο των βουλευτού και στην ειδική προστασία του προσώπου του. Με τον τρόπο αυτό διασφαλίζεται η ανεξαρτησία της γνώµης του και η προστασία της προσωπικής του ελευθερίας. (βλ. σχετικά µε τις βουλευτικές ασυλίες Α. Ράϊκου «Παραδόσεις Συνταγµατικού ∆ικαίου», τ. Α, έκδοση 7η , σελ. 193 επόµ.) 3. Το άσυλο της κατοικίας, επίσης Συνταγµατικά κατοχυρωµένο, αφορά το αγαθό της οικιακής ειρήνης απέναντι στην κρατική εξουσία. Η δε παραβίαση του προσβάλλει την ειρήνη, την ησυχία και την ασφάλεια του τόπου της ιδιωτικής διαµονής, (βλ. σχετικά Αιτιολογική Έκθεση 1933, σελ. 498 κα ΒουλΣυµβΠληµΚοζάνης 134/1984, µε παρατηρήσεις Λ. Μαργαρίτη, Αρµενόπουλος ΛΗ, σελ. 1009). Το δε πανεπιστηµιακό άσυλο προστατεύει την ελευθερία έκφρασης, διδασκαλίας, έρευνας και 4 διακίνησης ιδεών και κατοχυρώνει την ανάπτυξη γόνιµων προβληµατισµών από τα µέλη της πανεπιστηµιακής κοινότητας (βλ. σχετικά γνωµοδότηση Α. Ζύγουρα Αρµενόπουλος 1989, σελ. 420). 3.Σύντοµη ιστορική επισκόπηση 1. Η ίδια η ετυµολογική προέλευση της λέξης άσυλο παραπέµπει στο αρχικό περιεχόµενο του όρου, το οποίο υποδήλωνε ιερό χώρο καταφυγής. Η σύλη, το σύλον σήµαιναν το δικαίωµα εγγραφής υποθήκης, το δικαίωµα κατάσχεσης κατά κάποιον τρόπο, το δικαίωµα να προβαίνει κανείς σε αντεκδίκηση, σε αντίποινα. Η παραβίαση δε του «ιερού» ασύλου συνιστούσε ιεροσυλία. 2. Ο ∆ίας προστάτευε του ικέτες και του ζητούντες έλεος και άσυλο φυγάδες, (βλ. Οδύσσεια Ζ, στιχ. 207-209), πολλές φορές µάλιστα γινόταν και εξαγνιστής των ενόχων δολοφονίας, κληθείς για τον λόγο αυτό και Καθάρσιος (βλ. και Αισχύλου Ικέτιδες, στιχ. 615-616, περί του «Ικεσίου ∆ιός»). Ο Πλούταρχος επεσήµαινε µάλιστα ότι η ιδέα της νοµικής ενότητας του ανθρώπινου γένους παραµένει πλήρως ισχυρή σαν αξίωση του ορθού λόγου (βλ. σχετικά Ν. Μ. Πασχαλίδη «Αεροπειρατεία και πολιτικό άσυλο», Αρµενόπουλος 1992, σελ. 292) ανεξάρτητα από την ατελή µέχρι σήµερα πλήρωση της. Ηδη δε από τον 8ο π.Χ. αιώνα, υπό την επίδραση θρησκευτικών πεποιθήσεων είχε θεσµοθετηθεί εθιµικά η έννοια του ικέτη (ίκω-ικνούµαι), του προσώπου που καταφεύγει σε κάποιον για να ζητήσει προστασία και υπεράσπιση από αυτούς που τον καταδιώκουν. 3. Αναφορά στην ηθικότητα του θεσµού του πολιτικού ασύλου (όχι µε την σηµερινή µορφή του) βρίσκονται και στο άρθρο 21 του Συντάγµατος της Τροιζήνας «εις την Ελληνικήν επικράτειαν ούτε 5 πωλείται, ούτε αγοράζεται άνθρωπος. Αργυρώνητος δε ή δούλος παντός γένους και πάσης θρησκείας, καθώς πατήσει το Ελληνικόν έδαφος, είναι ελεύθερος και από τον δεσπότην αυτού ακαταζήτητος». 4. Από τους 21 πολιτισµούς που έχει γνωρίσει η ανθρωπότητα το άσυλο υπήρξε κατεξοχήν θεσµός των µεσογειακών πολιτισµών (βλ. σχετικά και W. Ryan «The Historical Case for the Right of Sanctuary», Journal of Ghurch and State 1987, 213), και δη του Αιγυπτιακού, του Ελληνικού, του Ιουδαϊκού και του Αραβικού. Ενώ δε, κατά την αρχαιότητα λειτούργησε στις µεταξύ των πόλεων σχέσεις, κατά τον Μεσαίωνα εξαφανίστηκε (βλ. σχετικά Ε. Ρούκουνας σελ. 251), µε εξαίρεση ως προς την εκκλησία και τους τόπους λατρείας γενικότερα, κατά δε τον χρόνο της Αναγέννησης αγνοήθηκε και διατηρώντας τον θρησκευτικό, κατά βάση, χαρακτήρα του εµφανίστηκε στον 20ο αιώνα ως πολιτική ανάγκη, (βλ. σχετικά Ε. Ρούκουνα «∆ιεθνής προστασία των ανθρωπίνων δικαιωµάτων» Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 1995, σελ. 251). 5. Στο Γαλλικό Σύνταγµα του 1793, στο άρθρο 120, εµφανίζεται το άσυλο για πρώτη φορά ως δικαίωµα του Κράτους να παρέχει καταφύγιο σε κάθε υπήκοο άλλου Κράτους, του οποίου η ζωή ή η ελευθερία κινδυνεύει. Προέβλεπε µάλιστα και µια σηµαντική (από πολιτικής και ηθικής άποψης) εξαίρεση, δεν αφορούσε την περίπτωση των τυράννων (βλ. σχετικά ∆. Ζωγραφόπουλου, Σ. Παπαπολυχρονίου, Ι. Κίκιρα «Το πολιτικό άσυλο», Εφαρµογές ∆ηµοσίου ∆ικαίου, 1992, σελ. 446) 4.Νοµοθετικά κείµενα 1. Το δικαίωµα του ασύλου περιλαµβάνεται στο άρθρο 14 της Οικουµενικής ∆ιακήρυξης των ∆ικαιωµάτων του Ανθρώπου του 1948 (βλ. σχετικά «∆ιεθνείς Συµβάσεις για τα Ανθρώπινα ∆ικαιώµατα», 6 έκδοση της Εθνικής Τράπεζας, 1982, σελ. 23), «κάθε άτοµο που καταδιώκεται έχει δικαίωµα να ζητά άσυλο και να του παρέχεται άσυλο σε άλλες χώρες». Η Σύµβαση της Γενεύης του 1951 περί του καθεστώτος των προσφύγων (βλ. σχετικά «Συλλογή συµβάσεων και κειµένων διεθνούς δικαίου, αναφορικά µε τους πρόσφυγες» έκδοση του Γραφείου του ∆ιεθνούς Τµήµατος προστασίας της Ύπατης Αρµοστείας των Ηνωµένων Εθνών για τους πρόσφυγες 1996, σελ. 10 και 41 επόµ.) είναι το σηµαντικότερο νοµοθετικό κείµενο, το οποίο συµπληρώνεται από το Πρωτόκολλο της Νέας Υόρκης του 1967. 2. Σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης το σηµαντικότερο κείµενο είναι η Σύµβαση του ∆ουβλίνου του 1990, «Περί καθορισµού του Κράτους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αιτήσεως παροχής ασύλου, η οποία υποβάλλεται σ΄ ένα από τα Κράτη-µέλη των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων». Σηµαντικό στοιχείο αυτής της Σύµβασης είναι ότι η αρνητική απάντηση ενός Κράτους-µέλους ισχύει για όλα τα συµβαλλόµενα µέρη. Παράλληλα στον Ευρωπαϊκό χώρο ισχύει και η σύµβαση του Shengen του 1985 και η συµπληρωµατική της το 1990 (σχετικά µε την «προοδευτική κατάργηση των ελέγχων στα κοινά σύνορα»), στο 7ο κεφάλαιο της οποίας καταγράφονται αναλυτικά οι προϋποθέσεις και οι διαδικασίες απονοµής ασύλου (βλ. σχετικά ΚΝοΒ 1997, σελ. 1268) ενώ άρθρα σχετικά µε το θέµα περιέχει και η συνθήκη του Μάαστριχτ του 1991, Κ1, Κ3, 100Γ (βλ. σχετικά «Η συνθήκη του Μάαστριχτ», του Παντείου Πανεπιστηµίου, εκδόσεις Ι. ΣΙ∆ΕΡΗΣ, 1993, σελ. 325 υπό τον τίτλο «Η συνεργασία των Κρατών µελών της Ε.Ε. στους τοµείς της ∆ικαιοσύνης και των εσωτερικών υποθέσεων», η επιµέλεια του οποίου ανήκει στον Π.Ν. Στάγκο). 3. Σηµαντικότερες περιφερειακές συµβάσεις είναι: η Σύµβαση του Οργανισµού Αφρικανικής Ενότητας του 1969, η Σύµβαση για το εδαφικό 7 άσυλο του 1954 στο Καράκας, η Σύµβαση για το πολιτικό άσυλο του 1933 στο Μοντεβιδέο, και η Σύµβαση της Αβάνας του 1928 (βλ. σχετικά Π. Νάσκου-Περράκη «Το νοµικό καθεστώς των προσφύγων στην Ελληνική και διεθνή έννοµη τάξη», εκδόσεις Α. Σάκκουλα, 1991 σελ. 41 επόµ. και 135 επόµ.) 4. Όσον αφορά την νοµοθετική κατοχύρωση του ασύλου στην Ελληνική έννοµη τάξη λεκτέα τα εξής: το Σύνταγµα του 1975, για πρώτη φορά, εισήγαγε διάταξη προστασίας των αλλοδαπών, στο άρθρο 5 παργρ. 2, εδ. β, σύµφωνα µε την οποία «απαγορεύεται η έκδοση αλλοδαπού που διώκεται για τη δράση του υπέρ της ελευθερίας». Σε κανένα από τα προϊσχύσαντα Συντάγµατα δεν προβλέπονταν ανάλογη διάταξη. 5. Το ζήτηµα που τίθεται σχετικά µε την παραπάνω διάταξη του άρθρου 5 είναι αν µπορεί να συναχθεί από αυτήν ατοµικό δικαίωµα του αλλοδαπού για χορήγηση σ΄ αυτόν πολιτικού ασύλου. 6. Η κρατούσα άποψη (µε κύριους εκφραστές τους Α. Μάνεση «Ατοµικές Ελευθερίες», Α, 1982, σελ. 124-125, Α. Μπρεδήµα «Η αρχή του non-refoulement. Θεωρητικές όψεις και Ελληνική πρακτική», ΝοΒ 1990, σελ. 563 και Π. Παραρά «Το Σύνταγµα 1975. Corpus I, ερµην. 1- 50», εκδόσεις Α. Σάκκουλα, 1982, σελ. 146 επόµ.) θεωρεί ότι δεν γεννάται ούτε κατοχυρώνεται αντίστοιχο ατοµικό δικαίωµα του αλλοδαπού στο πολιτικό άσυλο. ∆ηλ. το δικαίωµα, η δυνατότητα ενός Κράτους να παρέχει σε αλλοδαπούς πολιτικό άσυλο δεν θεµελιώνει αντίστοιχα δικαίωµα για απόλαυση πολιτικού ασύλου. Παρότι δε η παροχή ασύλου τα τελευταία χρόνια συνιστά σύνηθες φαινόµενο, το άσυλο δεν αποτελεί ούτε κανόνα του διεθνούς εθιµικού δικαίου ούτε «γενική αρχή αναγνωρισµένη από τα πολιτισµένα Κράτη», σύµφωνα µε το καταστατικό του ∆ιεθνούς ∆ικαστηρίου της Χάγης, άρθρο 38 (βλ. σχετικά ∆. Ζωγραφόπουλου κλπ., ό.π. σελ. 467). Ως εξισορροπητική 8 αντιστάθµιση η Συνταγµατική διάταξη απαγορεύει την έκδοση του αλλοδαπού σε άλλο Κράτος. 7. Την αντίθετη άποψη υποστηρίζουν, µε µια σειρά επιχειρηµάτων (όπως πχ. η δυνατότητα του αλλοδαπού να ασκήσει κατά της αρνητικής εκτελεστής πράξης του υπουργού ∆ηµόσιας Τάξης το ένδικο µέσο της αίτησης ακύρωσης, η διατύπωση της υπ΄ αριθµ. 5401/1-166958 Υπουργικής Απόφασης «περί διαδικασίας αναγνωρίσεως της ιδιότητος του πρόσφυγος», η προστασία του δικαιώµατος ασύλου από το κοινό δίκαιο, η ερµηνεία -κυρίως- της βούλησης του Συνταγµατικού νοµοθέτη κλπ.) οι Α. Λοβέρδος («Η Συνταγµατική κατοχύρωση του πολιτικού ασύλου. Συµβολή στην ερµηνεία του άρθρου 5 του Σ. του 1975», ΝοΒ 1988, σελ. 38) και ∆. Τσάτσος («Συνταγµατικό ∆ίκαιο, τ. Γ, Θεµελιώδη ∆ικαιώµατα», εκδόσεις Α. Σάκκουλα, 1988, σελ. 167 επόµ.). Ατοµικό δικαίωµα στο πολιτικό άσυλο θεµελιώνεται στην Οµοσπονδιακή ∆ηµοκρατία της Γερµανίας, όπου σύµφωνα µε το άρθρο 16 παργρ. 2 του Θεµελιώδους Νόµου (Συντάγµατος) «οι πολιτικά διωκόµενοι απολαµβάνουν του δικαιώµατος του ασύλου». Ζητήµατα τύψεων αλλά και ηθικής υποχρέωσης (800.000 Γερµανοί κατά την διάρκεια του εθνικοσοσιαλιστικού καθεστώτος είχαν ζητήσει και ανεύρει πολιτικό άσυλο σε χώρες της Ευρώπης και στις ΗΠΑ) οδήγησαν σε µια ριζοσπαστική ρύθµιση, για την οποία καταβάλλονται προσπάθειες «διοικητικού περιορισµού» της (βλ. σχετικά Π.Ν. Στάγκου, ό.π. σελ. 367 επόµ.) Ατοµικό δικαίωµα του αλλοδαπού είναι το πολιτικό άσυλο και στα πλαίσια της Βελγικής έννοµης τάξης (βλ. ενδεικτικά Marc de Kork «Le droit d΄ asile en doit positif belge» Revue des droits l΄ Homme, 1974, σελ. 145). Βέβαια η παροχή ασύλου προϋποθέτει την ύπαρξη πρόσφυγα και την υποβολή αίτησης χορήγησης ασύλου. 9 5.Ορισµός πρόσφυγα 1. Σύµφωνα µε την Σύµβαση της Γενεύης του 1951, πρόσφυγας είναι «κάθε πρόσωπο το οποίο ..... εκ δεδικαιολογηµένου φόβου διώξεως λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, κοινωνικής τάξης, ή πολιτικών πεποιθήσεων ευρίσκεται εκτός της χώρας της οποίας έχει υπηκοότητα και δεν µπορεί ή λόγω του φόβου αυτού δεν επιθυµεί να απολαµβάνει της προστασίας της χώρας ταύτης ή εάν δεν έχει κάποια υπηκοότητα και βρίσκεται εκτός της χώρας της συνήθους διαµονής αυτού και δεν µπορεί ή δεν θέλει να επιστρέψει σ΄ αυτήν..» (βλ. σχετικά και εγχειρίδιο κατάρτισης RLD2 «περί καθορισµού του καθεστώτος του πρόσφυγα», έκδοση του Γραφείου της Ύπατης Αρµοστείας του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες, 1997. Βλ. επίσης την απόφαση του Γερµανικού Ακυρωτικού της 25ης-3-1959, ΚΝοβ 1960, σελ. 289, για την ερµηνεία των διατάξεων της Σύµβασης της Γενεύης και τον ορισµό των εννοιών «άπολις και πρόσφυγας». Βλ. ακόµη και απόφαση Τριµελούς Πληµ/δικείου Μυτιλήνης 585/1993, Ελληνική ∆ικαιοσύνη, 1994, σελ. 235) 2. Αναγκαία παρατήρηση: ο όρος εθνικότητα ερµηνεύεται µε ευρύτητα, έτσι ώστε να περιλαµβάνει, όχι µόνον την ιθαγένεια αλλά και την συµµετοχή σε ιδιαίτερες γλωσσικές, εθνικές, πολιτικές και θρησκευτικές οµάδες (βλ. σχετικά και Νάσκου-Περράκη, ό.π. σελ. 78) 6.Είδη προσφύγων 1. Η έννοια αυτή του πολιτικού πρόσφυγα διακρίνεται από την έννοια του µετανάστη ή του οικονοµικού πρόσφυγα, ο οποίος εγκαταλείπει µια χώρα σε αναζήτηση εργασίας και στην προσπάθεια επίτευξης ενός καλύτερου επιπέδου συνθηκών διαβίωσης. Η επίκληση 10 όµως της ιδιότητας του πολιτικού πρόσφυγα για την παράκαµψη των απαγορευτικών διατάξεων, που αφορούν στην εγκατάσταση και εργασία αλλοδαπών, νοθεύει στην πράξη την έννοια του πολιτικού πρόσφυγα. ∆ιακρίνεται επίσης και από την έννοια του αλλοδαπού. Ο αλλοδαπός απολαµβάνει διπλωµατικής προστασίας από την χώρα της ιθαγένειας του, την οποία στερείται, όµως, ο πολιτικός πρόσφυγας.
2. Με την αίτηση, λοιπόν, παροχής πολιτικού ασύλου ένας
αλλοδαπός, ζητά από ένα Κράτος, να υπαχθεί στην προστασία των
διατάξεων της Γενεύης, επικαλούµενος την ιδιότητα του πολιτικού
πρόσφυγα.
3. Ουσιαστικά τα στοιχεία που εκτιµώνται για τον χαρακτηρισµό
ενός αλλοδαπού, που επιδιώκει να καταγραφεί ως πολιτικός πρόσφυγας,
είναι δυο: το υποκειµενικό, µια ενδιάθετη κατάσταση, δηλ. ο φόβος της
δίωξης, και το αντικειµενικό η συνδροµή των όρων και των συνθηκών
πρόκλησης φόβου που επικαλείται (βλ. σχετικά τις αποφάσεις του ΣτΕ
3832/92 και 3833/92, Αρµενόπουλος ΜΖ, σελ. 478 και 480)
4. Βεβαίως οι συµβατικές διατάξεις της Γενεύης δεν εφαρµόζονται
για πρόσωπα, για τα οποία «υπάρχουν σοβαροί λόγοι να πιστεύει κανείς
ότι έχουν διαπράξει έγκληµα κατά της ειρήνης ή έγκληµα πολέµου ή
είναι ένοχα ενεργειών αντιθέτων προς τους σκοπούς και τις αρχές των
Ηνωµένων Εθνών». Η αόριστη αυτή διατύπωση, η οποία προσπαθεί να
συγκεράσει άκρως αντιτιθέµενα συµφέροντα και επιδιώξεις, οριοθετεί
και το εύρος των προβληµάτων που ανακύπτουν κατά την εφαρµογή των
περί ασύλου διατάξεων.
5. Όταν ο αλλοδαπός δεν γίνεται δεκτός στο Κράτος άφιξης και
υποβολής αίτησης, προωθείται σε άλλο Κράτος της επιλογής του. Αν και
αυτό αρνηθεί την παροχή ασύλου, τον προωθεί σε άλλο Κράτος. Όταν,
τελικά, κανένα περαιτέρω Κράτος δεν του παραχωρεί πολιτικό άσυλο ο
11
αιτών επανέρχεται στο πρώτο Κράτος, χαρακτηριζόµενος εκ της όλης
διαδροµής του ως πρόσφυγας τροχιάς (refugee in orbit, tennis-ball
refugee).
7.Υποχρεωτικότητα και δεσµευτικότητα των περί ασύλου διεθνών
διατάξεων.
1. Η υποβολή αίτησης χορήγησης πολιτικού ασύλου δεν
συνεπάγεται υποχρεωτικότητα για τις αρχές του Κράτους. Η παροχή
πολιτικού ασύλου στο έδαφος ενός Κράτους εντάσσεται στα πλαίσια της
αποφασιστικής κυριαρχίας του. Με άλλα λόγια στο κάθε Κράτος
επιφυλάσσεται αποκλειστική αρµοδιότητα να παράσχει ή να αρνηθεί την
χορήγηση πολικού ασύλου. Η θέση αυτή επιβεβαιώθηκε «πανηγυρικά»
και στην Συνδιάσκεψη των Ηνωµένων Εθνών για το εδαφικό άσυλο, το
1977, όπου η µεγάλη πλειοψηφία των Κρατών δήλωσε ότι παραµένει
κυριαρχικό τους δικαίωµα η χορήγηση πολιτικού ασύλου (βλ. σχετικά Α.
Μπρεδήµα ό.π., σελ. 563). Και στο σηµείο αυτό πρέπει να επισηµανθεί
ότι υφίσταται διαφορά µεταξύ ασύλου και καθεστώτος του πολικού
πρόσφυγα. Η διαφορά συνίσταται στο ότι το καθεστώς των πολιτικών
προσφύγων υπάγεται σε συγκεκριµένες προϋποθέσεις σύµφωνα µε τα
οριζόµενα στη Σύµβαση του 1951, ενώ το πολιτικό άσυλο χορηγείται
κατ΄ απόλυτη διακριτική ευχέρεια του Κράτους υποδοχής, ανεξάρτητα αν
το πρόσωπο πληροί ή όχι τους προβλεπόµενους Συµβατικούς όρους.
Η
συχνή σύγχυση οφείλεται στο ότι το καθεστώς του πρόσφυγα
συνεπάγεται πολιτικό άσυλο, το δε άσυλο προϋποθέτει πρόσφυγα (βλ. Ε.
Ρούκουνα ό.π. σελ. 252). Στα πλαίσια αυτά ανήκει στην διακριτική
ευχέρεια του Κράτους υποδοχής η εκτίµηση για το αν η προηγηθείσα και
εµφιλοχωρήσασα εγκληµατική δράση, πχ. παράνοµη είσοδος στην χώρα
12
υποδοχής, (αν και σύµφωνα µε το άρθρο 31 της Σύµβασης του 1951 η
χωρίς άδεια είσοδος δεν τιµωρείται), αεροπειρατεία ως τρόπος διαφυγής
από το Κράτος προέλευσης κλπ., απορροφάται από την αληθή έφεση για
φυγή και ελευθερία. Ο ∆. Σιδέρης («Η επίκληση της ιδιότητας του
πολιτικού πρόσφυγα ενώπιον των Ελληνικών ποινικών δικαστικών
αρχών», Π. Χρονικά ΜΓ, σελ. 1225) σηµειώνει, µάλιστα, ότι αν ο
αλλοδαπός συγκεντρώνει τις προϋποθέσεις του πολιτικού πρόσφυγα,
συντρέχει στο πρόσωπο του «προσωπικός λόγος απαλλαγής»
(συνδυασµός άρθρων 43 παραγρ. 1, εδαφ. β και 239 παραγρ. 1 και 2 του
Κ.Ποιν.∆ικ.).
2. Το δε δικαίωµα του Κράτους να παράσχει πολιτικό άσυλο
προϋποθέτει µόνον την φυσική άσκηση της εδαφικής κυριαρχίας και δεν
απαιτεί περαιτέρω αιτιολογία (όπως τονίζεται από το ∆ιεθνές ∆ικαστήριο
στην Asylum Case, 1950, I.C.J. 266, σελ. 274). Χαρακτηριστικό
παράδειγµα η πολιτική της Ελλάδας. Το 1989 δυο Τούρκοι πρόσφυγες,
που είχαν καταφύγει στη Συρία, έφθασαν διαδοχικά, χρησιµοποιώντας
πλαστά διαβατήρια, στο αεροδρόµιο του Ελληνικού και ζήτησαν άσυλο.
Οι Ελληνικές αρχές κράτησαν τον ένα, στον οποίο χορήγησαν άσυλο, για
λόγους γενικότερης πολιτικής και επαναπροώθησαν τον άλλο, για να
ανακόψουν τυχόν κύµα προσφύγων µέσω Συρίας (βλ. σχετικά Α.
Μπρεδήµα ό.π. σελ. 574).
8.Η αρχή του non-refoulement (άρθρο 33 της Σύµβασης της Γενεύης).
1. Βεβαίως η έλλειψη του δικαιώµατος ασύλου δεν σηµαίνει ότι το
άτοµο παραµένει απροστάτευτο. Προστατεύεται από την αρχή της µη
επαναπροώθησης, (non-refoulement), η οποία συνιστά κανόνα του
∆ιεθνούς ∆ικαίου, και καταγράφεται ρητά στο άρθρο 33 της Σύµβασης
13
της Γενεύης αλλά και σε πολλές πολυµερείς διεθνείς συµβάσεις και
αποτελεί ήδη ένα «περιφερειακό ή ηµισφαιρικό διεθνή εθιµικό κανόνα»
µε τάση να καταστεί παγκοσµίου χαρακτήρα (βλ. σχετικά και Α.
Μπρεδήµα ό.π. σελ. 563). Για την ύπατη αρµοστεία των Ηνωµένων
Εθνών η αρχή του non-refoulement είναι κανόνας αναγκαστικού δικαίου
(jus cogens), (βλ. Α. Μπρεδήµα ό.π. σελ. 566). Σύµφωνα µε την αρχή
αυτή απαγορεύεται η παράδοση ή η απέλαση ή η επαναπροώθηση
πρόσφυγα σε χώρα στην οποία απειλείται η ζωή του ή η ελευθερία του
λόγω των θρησκευτικών, πολιτικών ή κοινωνικών πεποιθήσεων του ή
λόγω εθνικότητας, φυλής ή κοινωνικής τάξης.
2. Για να µην υπάρχει καταστρατήγηση της αρχής του nonrefoulement
πρέπει να αποφεύγεται η επαναπροώθηση σε κράτος που
στην συνέχεια παραδίδει τους πρόσφυγες στην χώρα προέλευσης και
φυγής τους. Η Ελλάδα εφαρµόζει µε αρκετή συνέπεια, (βλ. σχετικά Α.
Μπρεδήµα ό.π. σελ. 579), την αρχή του non-refoulement, η οποία
αποτελεί σηµαντική κατάκτηση στο πλαίσιο του δικαίου των προσφύγων.
9.Το περιεχόµενο του πολιτικού ασύλου.
1. Το περιεχόµενο του πολιτικού ασύλου είναι ευρύτατο (βλ.
σχετικά Νάσκου-Περράκη ό.π., σελ. 112 επόµ.) Περιλαµβάνει συνδροµή
υπό διοικητικών αρχών, παροχή δελτίου ταυτότητας και ταξιδιωτικών
εγγράφων, παρέχει δυνατότητα µεταφοράς περιουσιακών στοιχείων κλπ.
Το πολιτικό άσυλο ενσωµατώνει και κατοχυρώνει, ακόµη, µια σειρά
ελευθεριών, όπως η ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι, του θρησκεύεσθαι,
της διακίνησης στο εσωτερικό της χώρας, της εκπαίδευσης κλπ.
Αυτονόητο είναι ότι ο πολιτικός πρόσφυγας που έτυχε απονοµής
πολιτικού ασύλου µπορεί να παρίσταται ενώπιον των δικαστηρίων, να
14
αποκτά κινητή ή ακίνητη περιουσία, να πωλεί ή να υποθηκεύει την
περιουσία του, να ασκεί επάγγελµα είτε ως µισθωτός είτε ως ελεύθερος
επαγγελµατίας κλπ. Προστατεύεται δε χωρίς διάκριση φυλής, θρησκείας
ή χώρα καταγωγής. Παράλληλα το Κράτος υποδοχής έχει την ηθική
υποχρέωση να επιταχύνει τις διαδικασίες πολιτογράφησης του πρόσφυγα.
10.Παρατηρήσεις-Συµπεράσµατα
1. Η παροχή ασύλου, ενταγµένη στα πλαίσια άσκησης εθνικής
κυριαρχίας του κάθε Κράτους και, είτε έµµεσα είτε άµεσα, υποκείµενη
σε πολιτικές σκοπιµότητες, προσδιορίζει, ως ένα βαθµό, την ποιότητα
λειτουργίας ενός πολιτικού καθεστώτος και το µέγεθος του λεγόµενου
δηµοκρατικού ελλείµµατος ή όπως επισηµαίνει ο Α. Λοβέρδος (ό.π. σελ.
38) αποτελεί ασφαλές κριτήριο µέτρησης της δηµοκρατικότητας µιας
έννοµης τάξης. Η νοµική επιστήµη, ταγµένη στην υπηρεσία του θεσµού
της δικαιοσύνης δεν µπορεί παρά να εκφράσει τις ενστάσεις της τόσο για
την εφαρµογή των διεθνών διατάξεων περί ασύλου όσο και για τον
έντονο πολιτικό χρωµατισµό των σχετικών κυβερνητικών αποφάσεων.
2. Είναι προφανές ότι στην προκειµένη περίπτωση τα διεθνή
κείµενα, στερούµενα έτσι και αλλιώς κυρώσεων και ελέγχου, αποτελούν
µάλλον εργαλεία άσκησης εξωτερικής πολιτικής και στοιχεία
εξωραϊσµού και έξωθεν καλής µαρτυρίας πολιτικών καθεστώτων παρά
νοµικά κείµενα στην υπηρεσία του ανθρώπου και της παγκόσµιας
δικαιοσύνης, παρά τα µεγάλα βήµατα προόδου, που έχουν σηµειωθεί.
Και στο σηµείο αυτό θεωρούµε σκόπιµο, (σε αντιπαραβολή µε τον
πρόλογο του παρόντος σηµειώµατος και µε την επισήµανση ότι το όποιο
συµπέρασµα εξάγεται από αυτή αφορά όλα τα Κράτη και όχι µόνον την
Ιταλία), να παραθέσουµε το άρθρο 10 παραγρ. 3 του Ιταλικού
15
Συντάγµατος (βλ. και παραγρ. 4 του αυτού άρθρου όπως και το άρθρο 26
παραγρ. 2) σύµφωνα µε το οποίο «ο αλλοδαπός ο οποίος εµποδίζεται στη
χώρα του να ασκήσει ενεργά τις δηµοκρατικές ελευθερίες που εγγυάται
το Ιταλικό Σύνταγµα, έχει δικαίωµα ασύλου στο έδαφος της
∆ηµοκρατίας, υπό τους όρου του νόµου».
=======================================================================
Ευρωπαϊκός Διαγωνισμός Επιστημονικής Φωτογραφίας 2015 – μπείτε τώρα στο διαγωνισμό!
=======================================================================
Πολιτικό άσυλο
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Το πολιτικό άσυλο είναι μια μορφή προστασίας που παρέχει στο έδαφός της μια χώρα, σε ένα άτομο που διώκεται ή επικαλείται βάσιμο ενδεχόμενο δίωξης έξω από αυτήν, όπως για παράδειγμα στην αλλοδαπή πατρίδα του.[1] Η δίωξη από την οποία μπορεί να προστατεύεται με πολιτικό άσυλο κάποιος μπορεί να έχει ως αιτία τη φυλή του, την εθνικότητάτου, τη θρησκεία του, τις πολιτικές του απόψεις ή τη συμμετοχή του σε μια ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα ή κοινωνικές δραστηριότητες. Το πολιτικό άσυλο παρέχεται υπό τη Σύμβαση της Γενεύης του 1951 στα σημεία που αυτή αφορά το «Καθεστώς των Προσφύγων».[1]
Πίνακας περιεχομένων
[Απόκρυψη]Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Στα
αρχαία χρόνια το άσυλο ως στην Ελλάδα προέκυπτε ως καταφύγιο
θρησκευτικού χαρακτήρα, κάποιος δηλαδή μπορούσε να ζητήσει προστασία
μέσα σε ναούς. Αντίστοιχα, στον Μεσαίωνα το καταφύγιο ήταν μια εκκλησία[2].
Διάκριση προσφύγων και οικονομικών μεταναστών[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Συχνά
συγχέεται ο όρος του πρόσφυγα με αυτόν του οικονομικού μετανάστη.
Πρόσφυγας καθορίζεται αυτός που του χορηγείται εξ ανάγκης πολιτικό άσυλο
από μια κυβέρνηση. Ο οικονομικός μετανάστης μπορεί να έχει την ανάγκη
της μετανάστευσης, για πολιτικούς ή μη λόγους, κυρίως όμως οικονομικούς,
και δεν έχει την αναγνώριση του πολιτικού πρόσφυγα από την κυβέρνηση
της χώρας στην οποία έχει μεταναστεύσει.
Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
- Βασικές πληροφορίες για τους αιτούντες άσυλο στην Ελλάδα. Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη. 2011. (pdf)
Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
- ↑ 1,0 1,1 «Άσυλο». Ιστοσελίδα Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη. Ανακτήθηκε στις 2013-05-20.
- ↑ Matthew J. Gibney, Randall A. Hansen (2005). «Asylum». Immigration and Asylum: from 1900 to the present.. I. ABC-CLIO, σσ. 23. ISBN 978-1-57607-796-2. Ανακτήθηκε στις 2013-05-20.
Βοηθήστε να βελτιωθεί το λήμμα | |
---|---|
Βρήκατε κάποιο σφάλμα ή παράλειψη; Μπορείτε να το αναφέρετε στην σελίδα συζήτησης για το λήμμα. | |
Αλλά να θυμάστε ότι μπορείτε να προχωρήσετε ο ίδιος στη διόρθωση των λαθών που βρήκατε, πατώντας "επεξεργασία" στην κορυφή της σελίδας (δείτε πως). |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου