Σελίδες

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Σάββατο 3 Οκτωβρίου 2015

Η ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΣΠΑΡΤΗΣ

GREEK SURNAMES <noreply+feedproxy@google.com>




GREEK SURNAMES




Posted: 29 Sep 2015 09:55 AM PDT
Τον χειμώνα του 1724 δύο άντρες έφτασαν στην Κωνσταντινούπολη, απεσταλμένοι του Βασιλιά Λουδοβίκου 15ου. Ήταν ο Μισέλ Φουρμόν, Γάλλος ιερωμένος που δίδασκε στο Γαλλικό Κολλέγιο του Παρισίου και ο Φρανσουά Σεβίν, επίσης ιερωμένος και φιλόλογος.---

Αποστολή τους ήταν η συλλογή αρχαίων συγγραμμάτων και επιγραφών από τον ελλαδικό χώρο. Δεν δυσκολεύτηκαν καθόλου να εξασφαλίσουν τις απαραίτητες άδειες που θα τους επέτρεπαν να εξερευνήσουν τις αρχαιότητες. Οι Τούρκοι δεν τα θεωρούσαν κληρονομιά τους και δεν ήταν δύσκολοι, αρκεί το μπαξίσι να ήταν γενναίο.

Ο Σεβίν ήρθε σε επαφή με τον Πατριάρχη, ο οποίος τον κατεύθυνε προς τις πλουσιότερες βιβλιοθήκες της Κωνσταντινούπολης και στρώθηκε στη δουλειά. Ο Φουρμόν, όμως, δεν αρκέστηκε στα βυζαντινά χειρόγραφα και τις μουχλιασμένες βιβλιοθήκες.

Ήθελε να δοξάσει τη Γαλλία και τον Βασιλιά όσο κανείς άλλος και ήξερε με ποιο τρόπο θα το κατάφερνε. Θα ξέθαβε τις αρχαιότερες και πιο δυσεύρετες επιγραφές από τα λαμπρότερα μνημεία του αρχαιοελληνικού πολιτισμού.

Ό,τι δεν μπορούσε να πάρει μαζί του, θα το κατέστρεφε, τάχα για να το σώσει από τους αρχαιοκάπηλους και τους «αμόρφωτους» ντόπιους. Αν δεν μπορούσε να τα έχει ο ίδιος, δεν ήθελε να τα είχε κανείς.

Έτσι ξεκίνησε μία από τις πιο άγριες και παράλογες καταστροφές αρχαίων μνημείων στην Ελλάδα.

Η «εκδίκηση» εναντίον των Μανιατών...


Τον Φεβρουάριο του 1730, ο Φουρμόν πάτησε για πρώτη φορά το πόδι του στη Μάνη. Εγκαταστάθηκε στη Ζαρνάτα και δεν προχώρησε στο εσωτερικό της περιοχής, γιατί τον φόβιζαν οι οπλοφορούσες γυναίκες και η αγριότητα των κατοίκων, που διψούσαν για ελευθερία και αίμα.

Στις επιστολές του, ο ιερωμένος περιέγραψε τους Μανιάτες με τα χείριστα λόγια: «Έφυγα από την βάρβαρη πατρίδα τους χωρίς να αποκομίσω τίποτε το αξιόλογο, τίποτε για να βγουν τουλάχιστον τα έξοδά μου».

Για να εκδικηθεί το «σκυλολόι», όπως αποκάλεσε τους ντόπιους, αποφάσισε να καταστρέψει ολοσχερώς τα αριστουργήματα των προγόνων τους. Δυστυχώς, επέλεξε την Αρχαία Σπάρτη.

«Την έσβησα, την κατέσκαψα, την εκθεμελίωσα, δεν της άφησα λίθο επί λίθου», έγραφε χαιρέκακα σε επιστολή του.

Η περιγραφή του ήταν απολύτως ρεαλιστική. Ο Φουρμόν και δεκάδες εργάτες δούλευαν πυρετωδώς για ένα μήνα και δεν άφησαν τίποτα όρθιο. Συγκέντρωσε περισσότερες από 300 επιγραφές, τις αντέγραψε και όσες βρίσκονταν σε καλή κατάσταση τις φόρτωσε σε πλοία για τη Γαλλία...

Οι πληροφορίες που αναφέρονταν στις επιγραφές ήταν ανεκτίμητης αξίας. Ονόματα Εφόρων, Γυμνασιαρχών, Αγορανόμων, φιλοσόφων, ιατρών, ποιητών, ρητόρων, διάσημων γυναικών, ψηφίσματα της Γερουσίας, ακόμα και τη Ρήτρα του Λυκούργου.

«Είμαι ικανοποιημένος», έγραφε, «διότι απέκτησα από αυτό το ταξίδι πράγματα ικανά να θαμπώσουν όλους τους σοφούς».

Με περηφάνια έγραφε ότι διέλυσε αυτά που ακόμα και οι Βενετοί είχαν σεβαστεί και για χιλιάδες χρόνια κανείς δεν είχε τολμήσει να αγγίξει. Μετά τη Σπάρτη, σειρά είχαν οι Αμύκλες, όπου κατεδάφισε τον ναό του Απόλλωνα. Μόνο οι Μυκήνες γλίτωσαν, γιατί οι ογκόλιθοι ήταν τόσο τεράστιοι που δεν μπόρεσε να τους ξεθεμελιώσει...

Ο θαυμασμός του Φουρμόν για τον αρχαίο πολιτισμό συνοδευόταν από μία αδυσώπητη μανία καταστροφής. Οτιδήποτε δεν μπορούσε να μεταφέρει στη Γαλλία, ήθελε να το εξαφανίσει από προσώπου γης για να μην το απολαύσει κανείς άλλος.

Η άρρωστη μεγαλομανία του ικανοποιείτο μόνο όταν κατέστρεφε τα λαμπρότερα μνημεία, γιατί ένιωθε ότι μόνο αυτός είχε τη δύναμη να το κάνει. Φαντασιωνόταν ότι το όνομά του θα γινόταν γνωστό σε όλη την Ευρώπη και θα τον υμνούσαν για αιώνες:

«Ο αντίλαλος θα ακουστεί σε ολόκληρη την Ευρώπη. Δεν γκρεμίζει κανείς δύο και τρεις πολιτείες χωρίς θόρυβο. Εγώ τις κατέσκαψα, ενώ οι παλαιότεροι περιηγητές έρχονταν μόνο για να τις ανακαλύψουν».

Βέβαια δεν ξεχνούσε να δοξάσει τον Βασιλιά και τη Γαλλία για το συμφέρον του οποίου δούλευε. Ο λατρεία του προς τον Λουδοβίκο τον τύφλωνε και τον οδηγούσε σε ακραίες πράξεις:

«Η ευσέβειά μου έφτασε στο σημείο να μην αφήσω σε ησυχία ούτε την τέφρα των βασιλιάδων τους. Εσκόρπισα στον άνεμο την τέφρα του Αγησιλάου, εισήλθα στον τάφο του Λυσάνδρου και ανεκάλυψα τον τάφο του Ορέστου. Το έκανα για τη Γαλλία, για την Αυτού εξοχότητα.

Αυτό αποτελεί για μένα μια νέα δόξα». Δικαιολογήθηκε για τη συμπεριφορά του παρουσιάζοντας τους ντόπιους ως αγροίκους που αργά ή γρήγορα θα κατέστρεφαν τα μνημεία:

«Ο λαός, αυτά τα παιδιά της Λακεδαίμονος, δεν κράτησαν από τους προγόνους τους τίποτε άλλο από την αγάπη της ελευθερίας και τη μανία του πολέμου. Τα βιβλία τα χρησιμοποιούν για τα φυσέκια τους».

Ασφαλώς αναφέρει και τους ξένους αρχαιοκάπηλους, που αποκαλεί «βάρβαρους», οι οποίοι δεν μπορούσαν να εκτιμήσουν την αξία των αρχαίων. Μοναδικό παράπονό του ήταν ότι δεν είχε χρόνο να επισκεφτεί και άλλες περιοχές της Πελοποννήσου, όπου θα επιδείκνυε τις σαρωτικές του δυνατότητες.

Σε μία από τις τελευταίες επιστολές του, ο Φουρμόν αποκάλεσε τον εαυτό του βάρβαρο:

«Γίνομαι βάρβαρος μες τη μέση της Ελλάδας. Αυτό το μέρος δεν είναι η οικεία των Μουσών. Η άγνοια τις έδιωξε μακριά».

Η τραγική ειρωνεία


Ο μεγαλομανής φιλόλογος που ήθελε το όνομά του να μείνει αξέχαστο στην ιστορία, πλήρωσε με το ίδιο νόμισμα. Όταν επέστρεψε στη Γαλλία, δέχτηκε δριμύτατη επίθεση από τους πνευματικούς κύκλους. Τον αποκάλεσαν «βάνδαλο» και χαρακτήρισαν την καταστροφή των αρχαίων ως μία απ’ τις μεγαλύτερες προσβολές της ιστορίας.

Διέψευσαν την εγκυρότητα των πληροφοριών και των επιγραφών που συνέλεξε, ακριβώς επειδή δεν είχαν σωθεί τα πρωτότυπα. Τον κατηγόρησαν ότι ήταν όλα δημιούργημα της φαντασίας του και ότι κατέστρεψε επίτηδες τα μνημεία για να μην υπάρχουν αποδείξεις. Το υλικό που συνέλεξε και εκατοντάδες επιστολές του, φυλάχθηκαν στη Βασιλική Βιβλιοθήκη του Παρισίου, χωρίς να τους δώσει κανείς σημασία.

Η τιμωρία του Φουρμόντ ήταν η απαξίωση του έργου του και η προσωπική περιφρόνηση. Μια νέμεσις που θα μπορούσε να έχει βγει από τις αρχαιοελληνικές τραγωδίες, που τόσο θαύμαζε. Αυτός ο άρρωστος άνθρωπος που κατέστρεφε ό,τι έσωσαν οι αιώνες...

Αντλήθηκαν πληροφορίες από το κείμενο του Βλάση Ρασσιά και το βιβλίο «Multiple Antiquities – Multiple Modernities: Ancient Histories in Nineteenth Century European Cultures» των Gábor Klaniczay, Otto Gécser και Michael Werner...
- See more at: http://www.egriechen.info/2015/05/katastrofi-arxaiotiton-spartis.html#sthash.y6nNtQzt.dpuf
Posted: 28 Sep 2015 11:00 PM PDT
Η «Ψωροκώσταινα»: Μία συγκινητική και αληθινή ιστορία που πρέπει να γνωρίσουν όλοι οι Έλληνες!------Στην εποχή που κυβερνούσε την Ελλάδα ο Καποδίστριας ζούσε στο Ναύπλιο μια ζητιάνα, που την έλεγαν «Ψωροκώσταινα».
----Σε μια λοιπόν συνεδρίαση της Συνέλευσης, κάποιος θέλοντας να πει για τη φτώχεια του Ελληνικού Δημοσίου το παρομοίασε με την πασίγνωστη ζητιάνα.
Από τότε η λέξη επαναλήφθηκε στις συζητήσεις και τελικά επικράτησε. Μόνο που, όταν λέγεται τώρα δεν εννοεί το Ελληνικό Δημόσιο, αλλά ολόκληρη την χώρα…
Η όλη ιστορία της Ψωροκώσταινας (Ευ. Δαδιώτης, «Αιγαιοπελαγίτικα» τεύχος 13) είναι η εξής:
«Δεν έχω τίποτα άλλο από αυτό το ασημένιο δαχτυλίδι κι αυτό το γρόσι. Αυτά τα τιποτένια προσφέρω στο μαρτυρικό Μεσολόγγι», είπε περήφανα η γριά πλύστρα Χατζηκώσταινα και τα άφησε πάνω στο τραπέζι που είχε στήσει στην πλατεία του Ναυπλίου η ερανική επιτροπή, εκείνη την Κυριακή του 1826.
tilestwra.com | Η «Ψωροκώσταινα»: Μία συγκινητική και αληθινή ιστορία που πρέπει να γνωρίσουν όλοι οι Έλληνες!
Ύστερα από αυτή την απρόσμενη χειρονομία, κάποιος από το πλήθος φώναξε: «Για δείτε, η πλύστρα η Ψωροκώσταινα πρώτη πρόσφερε τον οβολό της.»
Κι αμέσως το φιλότιμο πήρε και έδωσε. Βροχή πέφταν πάνω στο τραπέζι λίρες, γρόσια και ασημικά. Αυτή ήταν η συνέχεια της φτωχής προσφοράς της πλύστρας Χατζηκώσταινας, που από εκείνη τη στιγμή αποθανατίστηκε με το παρατσούκλι «Ψωροκώσταινα».
Και το παρανόμι αυτό κόλλησε έπειτα στην Ελλάδα.
Αλλά, ποιά ήταν αυτή η «Ψωροκώσταινα»;
Ήταν η κάποτε αρχόντισσα των Κυδωνιών, του Αϊβαλιού, Πανωραία Χατζηκώστα, σύζυγος πάμπλουτου Αϊβαλιώτη εμπόρου, που φημιζότανε όχι μόνο για τα πλούτη του άνδρα της, μα και για τα πολλά δικά της κι ακόμα για την ομορφιά της.
Όταν αργότερα οι Τούρκοι πυρπόλησαν την πολιτεία του Αϊβαλί, και έσφαξαν άνδρες και γυναικόπαιδα, ανάμεσα σε αυτούς που σώθηκαν ήταν και η αρχόντισσα Πανωραία Χατζηκώστα, που είδε να σφάζουν οι Τούρκοι τον άνδρα της και τα παιδιά της.
Κατά καλή της τύχη ένας ναύτης την βοήθησε και μαζί με άλλους την ανέβασε σε ένα καράβι που ξεμπάρκαρε στα Ψαρά.
tilestwra.com | Η «Ψωροκώσταινα»: Μία συγκινητική και αληθινή ιστορία που πρέπει να γνωρίσουν όλοι οι Έλληνες!
Εκεί αναγνωρίστηκε από τον ομοιοπαθή της Βενιαμίν τον Λέσβιο, την προστάτεψε και τον ακολούθησε στην Πελοπόννησο. Στο Ναύπλιο, ο Βενιαμίν παρέδιδε μαθήματα για να ζήσει και η Πανωραία, για να ζήσει, άρχισε να ξενοπλένει και αργότερα, με σαλεμένα σχεδόν τα λογικά της, ζητιάνευε στους δρόμους του Ναυπλίου.
Έπειτα από το περιστατικό του εράνου στο Ναύπλιο, όταν έφτασε ο Καποδίστριας στην Ελλάδα, τη συμμάζεψε κι όταν ίδρυσε το ορφανοτροφείο, η Πανωραία, που τώρα έγινε γνωστή με το παρανόμι «Ψωροκώσταινα», προσφέρθηκε να πλένει τα ρούχα των ορφανών χωρίς καμιά πληρωμή.
tilestwra.com | Η «Ψωροκώσταινα»: Μία συγκινητική και αληθινή ιστορία που πρέπει να γνωρίσουν όλοι οι Έλληνες!

Δεν υπάρχουν σχόλια: